Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2018

ΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΣΕΙΣΜΌ ΤΟΥ 1856.Της Λιάνας Σταρίδα

ΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΣΕΙΣΜΌ ΤΟΥ 1856.

Στις 30 του Σεπτέμβρη του 1856 ξημερώματα Κυριακής, η πόλη σείστηκε από έναν από τους σφοδρότερους σεισμούς που χτύπησαν ποτέ το νησί. Οι Βασίλης και Κατερίνα Παπαζάχου στο βιβλίο τους για τους σεισμούς στην Ελλάδα υπολόγισαν ότι το μέγεθός του ήταν 7.7 Ρίχτερ και είχε επίκεντρο το Ηράκλειο. Το ίδιο αναφέρει και ο Ελευθέριος Πλατάκης στο άρθρο του « Οι σεισμοί της Κρήτης» στο περιοδικό  Κρητικά Χρονικά 4 (1950).
Εκατοντάδες άνθρωποι δεν πρόλαβαν να βγουν από τα χαμόσπιτα της πόλης και σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν από την τρομερή δόνηση που κράτησε τρία λεπτά της ώρας! Από τα 3620 σπίτια, 18 μόνο έμειναν όρθια και κατοικήσιμα. Αφηγείται χαρακτηριστικά  η Ευαγγελία Φραγκάκη στο βιβλίο της "Χάνδαξ- Κάστρο, το Ηράκλειό μου": «Ένα από τα 18 κατοικήσιμα σπίτια ήταν και το σπίτι της μάμης μου στο Τσικιμά σοκάκι (Τσικιμά = αδιέξοδο) κοντά στου Μαυραλή το χαμαμί στον Αρμένικο μαχαλά, του οποίου κατέπεσε μόνο ο τρίτος όροφος και έκτοτε το σπίτι έχει μείνει διώροφο. Το σπίτι είναι χτισμένο επί Βενετοκρατίας. Σκάβοντας στην αυλή, ο εκ μητρός πάππος μου Κων. Μιγάδης για να κατασκευάσει πατητήρι βρήκε κόκαλα και μία πλάκα που παριστάνει τον Αγιο Μάρκο με χρονολογία MDCVII (1607). Καθώς φαίνεται στην αυλή υπήρχε κάποτε ευκτήριος οίκος όπου ενταφιάζονταν οι κτήτορες του ιδιωτικού τούτου ναϊδρίου. Η πλάκα αυτή βρίσκεται στην αποθήκη της αδερφής μου Τιτίκας Ζαχαριουδάκη, στην οδό Ματίου 10 όπου μέχρι το 1918 υπήρχε του Μαυραλή το χαμαμί. Ελπίζω η πλάκα  να μεταφερθεί στο ΙΜΚ μετά την προσεχή κατεδάφιση του σπιτιού».
Τα ενετικά μνημεία έπαθαν ανεπανόρθωτες ζημιές. Ο  Ναός του Αγίου Τίτου γκρεμίστηκε.  Καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος της Μονής του Αγίου Φραγκίσκου.  Κατέρρευσε ό,τι είχε απομείνει από το Δουκικό ανάκτορο που ήταν ήδη ερειπωμένο από το 1815,  κατέρρευσαν οι στρατώνες του Αγίου Γεωργίου και η βενετσιάνικη πύλη Voltone. Επιπλέον ξέσπασε πυρκαγιά στο Μεϊντάνι που έκαψε 48 καταστήματα.
  «H πόλις την πρωίαν της 1ης Οκτωβρίου 1856 ήτο άμορφος όγκος λίθων και ξύλων και χωμάτων και ευκολότερον εβάδιζέ τις δια μέσου των οικιών παρά δια των οδών, αι οποίαι είχαν σκεπαστεί τελείως», γράφει ο Στέφανος Ξανθουδίδης για το φοβερό σεισμό.
Ο Rochfort Scott που είχε επισκεφθεί την Κρήτη το 1834, λίγα χρόνια πριν το μεγάλο σεισμό, αποτελεί πολύτιμη μαρτυρία για το Ηράκλειο πριν την καταστροφή των Βενετσιάνικων κτιρίων:
«Οι κυριότεροι δρόμοι της πόλης έχουν μεγάλο φάρδος αλλά τραχιά λιθόστρωση. Υπάρχουν σ’ αυτούς κρήνες και κοσμούνται από δενδροστοιχίες που τους δίνουν μια ευχάριστη και δροσιστική όψη. Τα περισσότερα σπίτια είναι χαμηλά- σπάνια υπάρχει όροφος πάνω απ’ το ισόγειο- και είναι φτιαγμένα έτσι που οι μεγάλες στέγες τους προεξέχουν και οι ξύλινες κολώνες που τις στηρίζουν σχηματίζουν μία σκιερή κιονοστοιχία σε ολόκληρο το μήκος του δρόμου. Τα παζάρια είναι καλά και υπάρχει σ’ αυτά ένας αέρας φρεσκάδας και καθαριότητας, κάτι εξαιρετικά ευχάριστο και διαφορετικό από τα στενά, βρώμικα σοκάκια της Αλεξάνδρειας. Τα τείχη περιβάλλουν μία πολύ μεγάλη έκταση, όμως το πάνω ή ανατολικό κομμάτι της πόλης, με το να έχει υποστεί μεγάλη ζημιά από ένα σεισμό που έγινε λίγα χρόνια πριν , είναι σχεδόν ερημωμένο και παρουσιάζει συνολικά μια εικόνα διαφορετική απ’ αυτήν που μόλις περιέγραψα. Οι λίγοι δρόμοι που έχουν μείνει κατοικήσιμοι είναι στενοί και χωρίς λιθόστρωση. Τα σπίτια εδώ είναι ψηλά, χτισμένα μάλλον ακανόνιστα, με κήπους εδώ κι εκεί. Ανάμεσα στα δημόσια κτίρια του τόπου, εκείνα που θα πρέπει να σημειωθούν είναι ο στρατώνας και το στρατιωτικό νοσοκομείο, το ανάκτορο του Κυβερνήτη και ο Μητροπολιτικός Ναός των Ελλήνων…".
Η ανοικοδόμηση της πόλης μετά το σεισμό του 1856 άλλαξε τελείως την εικόνα της, όχι όμως και τον πολεοδομικό της ιστό που παρέμεινε αναλλοίωτος. Πρώτα απ’ όλα ανυψώθηκαν τα οδοστρώματα σε ορισμένους δρόμους, λόγω του πλήθους των οικοδομικών υλικών από τα κατεστραμμένα κτίσματα. Νέα κτίρια κατασκευάστηκαν και το Ηράκλειο απέκτησε τη μορφή που είχαν οι πόλεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Βαλκανική Χερσόνησο και στα παράλια της Μικράς Ασίας: κτίρια κυρίως διώροφα με υπόγειο, μεγάλες βοτσαλωτές αυλές και ψηλό περίβολο, σαχνισιά στον όροφο που στηρίζονταν σε ξύλινα ή σιδερένια φουρούσια, ξύλινες τετράριχτες κεραμοσκεπείς στέγες και αντισεισμική δόμηση με τσατμά.
Στα τέλη του 19ου αιώνα η πόλη είχε συνέλθει από το μεγάλο σεισμό και ο πληθυσμός συνεχώς αυξανόταν. Στην τελευταία απογραφή που είχε πραγματοποιηθεί το 1583 από τον Πιέτρο Kαστροφύλακα,  λογιστή των Συνδίκων Γενικών Προβλεπτών Zuanne Gretti και Julio Garzoni, αναφέρονταν 74 ενορίες με συνολικό πληθυσμό 11.794 κατοίκους. Η επόμενη απογραφή έγινε κατά συνοικίες το 1881 και αναφερόταν πληθυσμός 5.958 Χριστιανών και 13.198 Τούρκων.
Ο Ιωσήφ Χατζηδάκης που επισκέφθηκε την Κρήτη στα τέλη του 19ου αιώνα περιγράφει το Ηράκλειο όπως είχε ήδη διαμορφωθεί ως Βαλκανική πόλη. «Πλησιάσαντες προς τον λιμένα είδομεν το σύνολον της πόλεως Ηρακλείου. Η πόλις κείται παρά την εσχατιάν μικράς πεδιάδος και παρά τον αιγιαλόν του Κρητικού Πελάγους εις το μέσον περίπου της νήσου. Υπέρ τον πυκνόν και άτακτον σωρόν των οικιών υψούνται προς τον ουρανόν πολύ οξυκόρυφοι μιναρέδες και γιγαντιαίοι φοίνικες. Πάντα ταύτα στενώς περιβάλλουσι  τα πελώρια τείχη και περί ταύτα εξαπλούται το πεδίον του Ηρακλείου υπό λόφων χαμηλών διακοπτόμενον, υπέρ την πόλιν δε υψούται η Δίκτη, το όρος εφ’ ού εγεννήθη ο Ζεύς, και τέλος το όλον τοπίον περιορίζεται, ως υπό πλαισίου, υπό της σειράς των της Ίδης ορέων. Προς δυσμάς του Ηρακλείου φαίνεται το όρος Στρόμβαλον ως πυραμίς φέρουσα επί της κορυφής μικρόν, λευκόν παρεκκλήσιον.  Εις τους πρόποδας δε αυτού προς την θάλασσαν φαίνεται το χωρίον Ρογδιά επί θέσεως μαγευτικής, όπου σώζεται έτι έπαυλις του Μεχμέτ Αλή.  Και τοιαύτη μεν από της θαλάσσης η του Ηρακλείου άποψις, τερπνή άμα και γραφική. Μόλις όμως το ατμόπλοιον πλησιάση την είσοδο του λιμένος λυπηρά απογοήτευσις καταλαμβάνει τον ξένον. Το στόμιον του λιμένος και αυτός ο λιμήν είναι ούτω στενά, ώστε μετά δυσκολίας εισέρχεται το μικρόν «Πανελλήνιον» και μετά κόπου πολλού τοποθετείται εν αυτώ, μείζον δε ατμόπλοιον ουδόλως θα ηδύνατο να εισέλθη. Επειδή η ημέρα της αφίξεώς μας έτυχε Κυριακή, τα εν τω λιμένι πλοία 20-30 μικρά και μεγάλα είχον υψωμένην την σημαίαν αυτών. Παρετηρήσαμεν δε ότι, δύο μόνον ήσαν Οθωμανικαί, μία Γαλλική και δύο ή τρείς Ιταλικαί, αι δε λοιπαί πάσαι Ελληνικαί. Τον λιμένα περιβάλλουσιν υψηλά τείχη μεταβάλλοντα αυτόν εις λάκκον βαθύν. Απέναντι του μέσου του λιμένος σώζονται έτι υψηλά ευρύχωρα θολωτά νεώρια των Ενετών, κατά μήκος δε της προκυμαίας του λιμένος φαίνονται άθλιά τινα μαγαζεία. Αποβιβαζόμενος δια να εισέλθης εις την πόλιν διέρχεσαι πύλην, παρ’ ήν δύο φρουρούσι στρατιώται του τακτικού τουρκικού στρατού. Η πύλη κλείεται την νύχτα, ώστε και την ολίγην ταύτην θάλασσαν οι ατυχείς Ηρακλειώται μόνον εν ημέρα δύνανται να βλέπωσιν, οι δε ναύται των εν τω λιμένι πλοίων οφείλουσιν ενωρίς να επιστρέφωσιν εις τα πλοία των.
Αι κεντρικώτεραι οδοί είναι ρυμοτομημέναι κατ’ ευθείας γραμμάς, ικανώς ευρείαι, μακραί και λιθόστρωτοι. Και διατηρούνται μεν σχετικώς καθαραί, αλλά δυσχερώς και μετά κόπου βαδίζει τις επ’ αυτών ένεκα του ανωμάλου αυτών λιθοστρώτου. Έχουσι πάσαι όψιν σκοτεινήν και μονότονον, διότι ουδέν παράθυρον ανοίγει ελεύθερον εν ταις οδοίς αλλά και τα υπάρχοντα τυχόν τοιαύτα εισί κατάφρακτα, ως εις πάσαν Οθωμανικήν πόλιν.
Αι αγυιαί της αγοράς βρίθουσιν ανθρώπων, των πλείστων Οθωμανών, κακώς ενδεδυμένων, ρυπαρών και ανυποδήτων, εν οίς και ουκ ολίγοι Αιθίοπες  αμφοτέρων των φύλων…
…Πάσαι αι οδοί των τουρκικών συνοικιών φαίνονται έρημοι και σκολιαί. Καίτοι δε εντός της πόλεως του Ηρακλείου υπάρχουσι πολλοί κήποι ουδέν σημείον αυτών βλέπει ο διατρέχων τας οδούς, διότι πάντες αποφράσσονται προς το μέρος τούτο δι’ υψηλοτάτων τοίχων. Προ της καλουμένης πύλης του Λαζαρέτου υπάρχει πλατεία ευρύχωρος και από ταύτης εκτείνεται προς δυσμάς οδός ευρεία με διπλήν συστοιχίαν δένδρων εκατέρωθεν. Η οδός αύτη είναι η μόνη εν Ηρακλείω υπενθυμίζουσα τας των Ευρωπαϊκών πόλεων. Ο περίπατος γίνεται συνήθως επί των επάλξεων του τείχους. Εισί δε ευρύταται αύται ώστε να αντιπαρέρχωνται επ’ αυτών ακολύτως δύο και τρείς άμαξες. Ο επ’ αυτών περιπατών υψηλά ευρισκόμενος έχει κάτωθέν του ένθεν μεν την πόλιν, ένθεν δε το πεδίον του Ηρακλείου και προς το βόρειον του τείχους μέρος το Κρητικόν Πέλαγος, ούτινος τα κύματα θραύονται επί της βάσεως του τείχους. Εφ’ εκάστης πύλης, ως και επί των εξωτερικών παρειών του τείχους, από διαστήματος εις διάστημα υπάρχουσιν ανάγλυφοι πτερωτοί λέοντες της Ενετίας και πολλά άλλα οικόσημα ευγενών Ενετών…
…. Εντός της πόλεως, θέας άξια οικοδομήματα είναι το Γενί (νέον) Τζαμί, ωκοδομημένον εκ τετραγώνων λίθων, αρχιτεκτονικής μεγαλοπρεπούς και επιβλητικής, επεστεγαζόμενον δια μεγίστου θόλου και επικοσμούμενον δια υψηλοτάτου κομψού και ελαφρού μιναρέ, φέροντος δύο υπερκειμένους αλλήλοις κυκλοτερείς εξώστας.  Το τζαμίον τούτο εκτίσθη επί της θέσεως ένθα ίστατο άλλοτε ο Ναός του Αγίου Μάρκου, εις το κέντρον της αγοράς του Ηρακλείου. Παρ’ αυτό σώζεται έτι Ενετικόν ανάκτορον φέρον έξωθεν κατά το μέσον του ύψους του ολόκληρον ζωφόρον Ενετικών αναγλύφων παρασήμων. Το Μέγαρον τούτο χρησιμεύει νυν ως αποθήκη αχρήστων όπλων…
… Από πολλών ήδη ετών έχουσι καταθέση οι χριστιανοί κάτοικοι της πόλεως τα θεμέλια μεγαλοπρεπούς εκκλησίας και έχουσιν ήδη υψώση ταύτην μέχρι τεσσάρων περίπου μέτρων υπέρ την γην, πολλά όμως θα παρέλθωσιν ακόμη έτη μέχρι της συμπληρώσεως του έργου, διότι τα θεμέλια ετέθησαν πολυτελέστερα ή όσων επαρκούσιν οι πόροι της κοινότητος.
Εις το μέσον της πλατείας Πασσά – Πόρτα υπάρχει περικαλλές αναβρυτήριον Ενετικής κατασκευής. Έξ μαρμάρινοι λέοντες κυκλοτερώς περί στήλην επί των οπισθίων ποδών των καθήμενοι προχέουσι διηνεκώς από του στόματος αυτών ύδωρ διαυγές εντός λεκάνης επίσης μαρμαρίνης. Επί της στήλης και υπέρ την κεφαλήν των λεόντων στηρίζεται μικροτέρα μαρμαρίνη κομψή λεκάνη φέρουσα ραβδώσεις ομοίας προς τας της αχιβάδος, από του μέσου δε ταύτης υψούται αυλός, αφ’ ου εκσφενδονίζεται υψηλά ύδωρ δια πολλών ηθμοειδών τρημάτων αποτελούν πίδακα.
Επί Ενετών υπήρχον εν Ηρακλείω 8 μεγάλαι εκκλησίαι, αίτινες σώζονται πάσαι σχεδόν μέχρι τούδε μεταβεβλημέναι εις τζαμία, τα μεν καλώς διατηρούμενα, τα δε κατηρειπωμένα.
Έξωθεν του Βαλιδέ Τζαμίου υπάρχει κρήνη εφ’ ης έχουσι στήσει άγαλμα, όπερ είδε και επήνεσε πολύ ο Τουρνεφόρτ λέγων, ότι μετηνέχθη εκεί εκ Γόρτυνος υπό των Ενετών».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου