Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

Αρωματικά φυτά




Τα θαυματουργά φυτά και βότανα της Κρήτης –

Αναλυτικός οδηγός

http://geonews.gr/%CE%B8%CE%B1%CF%85%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%81%CE%B3%CE%AC-%CF%86%CF%85%CF%84%CE%AC-%CE%B2%CF%8C%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%B1-%CE%BA%CF%81%CE%AE%CF%84%CE%B7/

 

Υγεία και Διατροφή 10/05/2016

  Στα ξηρά και άνυδρα μέρη του ορεινού όγκου της Κρήτης αλλά και στα δάση και τα φαράγγια, αφθονούν πάρα πολλά αρωματικά φυτά και βότανα, όπως το δενδρολίβανο, η λεβάντα, ή ρίγανη, το θυμάρι, το φλισκούνι, κ.α. Αλλά και οι κήποι και οι αυλές είναι γεμάτοι μαϊντανό, δυόσμο, και πλήθος άλλων φυτών που ανέκαθεν αποτελούσαν το πραγματικό άρωμα της Κρήτης.
  Στην διαδρομή που ακολουθεί θα δείτε μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά είδη φυτών & βοτάνων της κρητικής υπαίθρου, αλλά και πληροφορίες για την χρήση τους στην κρητική κουζίνα, την ζαχαροπλαστική και την βιοτεχνία του νησιού.

ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΟ
  ή αρισμαρί (Κύπρο) ή λασμαρί, (Ροσμαρίνος ο φαρμακευτικός, λατ. Rosmarinus Officinalis, Οικογένεια: LABIATAE):
  Φυτό θαμνώδες πολυετές, φρυγανώδες και αειθαλές που αυξάνεται σε ύψος 1 ως 2μ. Τα κλαδιά του είναι όρθια ξυλώδη στη βάση και τρυφερά στις κορυφές. Τα φύλλα του είναι παχιά δερματώδη και έχουν χρώμα γκριζοπράσινο στο επάνω μέρος τους και χνοώδη λευκά στο κάτω. Είναι πυκνά, άμισχα, γραμμωτά και σκληρά, ενώ μοιάζουν σαν βελόνες έλατου. Τα άνθη του βγαίνουν στις μασχάλες των φύλλων και είναι σε ανοιχτό γαλάζιο χρώμα και σπάνια λευκό. Περιέχει τανίνη και αιθέριο έλαιο.     
  Στους κάλυκες τους βρίσκονται πολλά από τα πτητικά αιθέρια έλαια του.
Το δενδρολίβανο αυτοφύεται στη Μεσόγειο, ευδοκιμεί σε μεγάλες περιοχές της νότιας Ευρώπης και καλλιεργείται σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα υπάρχει αυτοφυές σε ορεινές περιοχές, συνήθως στην Πελοπόννησο, την Εύβοια, την Κρήτη και τα νησιά. Το βρίσκουμε σε όλη την Ελλάδα σαν καλλιεργούμενο στους κήπους και σε πάρκα. Αντέχει στο κρύο αλλά του αρέσει το φως και ο ήλιος. Πολλαπλασιάζεται εύκολα με μοσχεύματα σε όλων των ειδών τα εδάφη και το καλοκαίρι χρειάζεται συχνό πότισμα. Ανθίζει άνοιξη – καλοκαίρι.
  Συλλέγουμε τα φύλλα του και τις ανθισμένες κορφές του την άνοιξη και τα ξηραίνουμε σε σκιερό μέρος. Τα μέρη που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αιθέριου ελαίου είναι τα φύλλα μαζί με τους μίσχους αλλά και τα άνθη. Το έλαιο του δενδρολίβανου, που αποστάζεται από τα άνθη, είναι ανώτερο από το έλαιο που λαμβάνεται μόνο από τα στελέχη και τα φύλλα. Σχεδόν όλα τα αιθέρια έλαια του εμπορίου προέρχονται από απόσταξη των στελεχών και των φύλλων του φυτού πριν την άνθηση, οπότε είναι έντονη και η μυρωδιά της καμφοράς.
  Τα φύλλα του χρησιμοποιούνται στην φαρμακοποιία, την αρωματοποιία, την σαπωνοποιία, την κηπουρική, την ζαχαροπλαστική και την μαγειρική. Το δεντρολίβανο είναι ένα από τα φυτά που χρησιμοποιεί η εκκλησία μας στους αγιασμούς.
  ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι είναι τονωτικό του εγκεφάλου. Οι νεαροί σπουδαστές συνήθιζαν να φορούν γιρλάντες από δεντρολίβανο στον λαιμό ή να πλέκουν κλαδιά στα μαλλιά τους όταν είχαν εξετάσεις για να διεγείρουν τη μνήμη τους. Το χρησιμοποιούσαν σε διάφορες θρησκευτικές τελετές και γιορτές, σε στολισμούς κτηρίων, ναών και ως καύσιμο για θυμίαμα.
Οι περισσότερες πηγές ερμηνεύουν το λατινικό όνομα Rosmarinus ως «δροσιά της θάλασσας» και είναι σύνθετη από τις λέξεις ros (δροσιά) και marinus (θαλάσσιος), γιατί πιστευόταν ότι το φυτό μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς πότισμα, αρκούμενο μόνο στην υγρασία που έρχεται από τη θάλασσα.
  ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ. Είναι αντιβακτηριδιακό, αντισηπτικό, αντιδιαβητικό και πολύ διεγερτικό του κυκλοφοριακού. Τα φύλλα του δενδρολίβανου επιδρούν ευεργετικά στο συκώτι, στην χοληδόχο κύστη, μειώνουν τους πονοκεφάλους και τις ημικρανίες, βοηθούν την διαδικασία της πέψης. Η αντισηπτική του δράση είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τις εντερικές λοιμώξεις την διάρροια, τη κολίτιδα, καταπολεμά την δυσπεψία τον μετεωρισμό, τις ηπατικές διαταραχές, και το ίκτερο.
  Έχει αναζωογονητική επίδραση στον οργανισμό, καταπολεμά το άσθμα, τους σπασμούς της κοιλιάς, την αϋπνία, τη γρίπη, την βρογχίτιδα, τον κοκίτη και την αναιμία. Οι διουρητικές ιδιότητες του δεντρολίβανου είναι χρήσιμες για την κατακράτηση υγρών κατά την έμμηνο ρύση ενώ δρα κατά της παχυσαρκίας και της κυτταρίτιδας.
  Επίσης χρησιμοποιείται στην βελτίωση της επιδερμίδας και των μαλλιών. Βοηθά στην τριχόπτωση και καταπολεμά την πιτυρίδα. Χρησιμοποιείται σε παρασκευάσματα για την θεραπεία της ακμής του δέρματος και της δερματίτιδας, ενώ ένα από τα συστατικά του χρησιμοποιείται για την παρασκευή των αρωμάτων πολυτελείας. Επίσης προστίθεται ως διεγερτικό στην αρωματοθεραπεία για την καταπολέμηση των πόνων των αρθρώσεων.
  Με το αφέψημά (βράζουμε μια κουταλιά του γλυκού από άνθη και φύλλα δεντρολίβανου σε ένα φλιτζάνι νερό) του μπορούμε να κάνουμε κομπρέσες για ρευματισμούς και να πλύνουμε πληγές. Επίσης είναι αντισηπτικό στόματος για τα ούλα και τον πονόλαιμο.
  Το κρασί του (βάζουμε σε ένα μπουκάλι λευκό κρασί μερικά κλωνάρια δεντρολίβανου και τα αφήνουμε για αρκετές μέρες) είναι τονωτικό για την καρδιά και την όραση.
  ΣΤΗ ΜΑΓΕΡΙΚΗ. Είναι πολύ διαδεδομένο σαν συστατικό της ελληνικής κουζίνας. Τα φρέσκα και αποξηραμένα φύλλα δεντρολίβανου, ολόκληρα ή σε σκόνη, χρησιμοποιούνται ως καρυκεύματα σε σούπες, βραστά λουκάνικα, κρέας, ψάρι και πουλερικά. Η αντιβακτηριακή και αντιοξειδωτική δράση του το καθιστά πολύ χρήσιμο στην διατήρηση λιπών και κρεάτων.
  Το δεντρολίβανο χρησιμοποιείται σε τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά. Γνωστά, μη αλκοολούχα ποτά, που εμφιαλώνονται και πωλούνται ως δροσιστικά αναψυκτικά περιέχουν συστατικά του αιθέριου ελαίου του δενδρολίβανου στα οποία προσθέτει άρωμα και γεύση. Στη ζαχαροπλαστική το χρησιμοποιούν κυρίως στα γλυκά του κουταλιού.
  Χρησιμοποιείται στην παρασκευή σαπουνιών, κεριών, σε σαμπουάν και σε κρέμες. Χρησιμοποιείται επίσης σε πολλά καθαριστικά οικιακής χρήσης και αποσμητικών χώρου. Είναι ένα σημαντικό συστατικό ορισμένων οργανικών παρασιτοκτόνων και εντομοκτόνων.
ΣΥΝΤΑΓΗ:
Ψάρι με δεντρολίβανο
Υλικά
• 1kg ψάρια
• Ελαιόλαδο
• Αλεύρι
• Αλάτι
• Κρεμμύδι ξερό
• Σκόρδο
• Δεντρολίβανο
• Ξύδι
Εκτέλεση
  Αυτός ο συνδυασμός χρησιμοποιήθηκε πολύ σε όλη την Κρήτη για να νοστιμέψει ψάρια όπως σαφρίδια και φρίσες, αλλά και κολοκυθάκια και γλυκιά κολοκύθα ψητή.
Αλευρώνουμε και τηγανίζουμε τα ψάρια. Σουρώνουμε το λάδι και τσιγαρίζουμε μέσα σε αυτό κρεμμυδάκι, σκόρδο, δεντρολίβανο. Προσθέτουμε ένα ποτηράκι νερό, λίγο ξύδι και μια κουταλίτσα αλεύρι και αφήνουμε να βράσουν για περίπου 15 λεπτά μέχρι να μελώσει.


ΔΙΚΤΑΜΟΣ ή ΕΡΩΝΤΑΣ
  (επιστημονική ονομασία: Origanum dictamnus, Οικογένεια: Lamiaceae)
  Πολυετές φυτό, αρωματικό (δυνατή οσμή και γεύση), με βλαστούς 20-40 εκ. Φύλλα 13-25 χιλιοστά, δισκοειδή-ωοειδή, καλυμμένα με πυκνές τρίχες. Άνθη με στεφάνη ροδινο-πρασινωπή έως κοκκινο-λιλά, περιβαλλόμενη από μεγάλα κοκκινωπά βράκτια. Κάλυκας με 5 οδόντες.
  Είναι ενδημικό φυτό της Κρήτης. Αυτό φαίνεται και από το όνομα του το οποίο προέρχεται από τη λέξεις «Δίκτη» (όρος) και «θάμνος». Δηλαδή ο «θάμνος της Δίκτης». O Πλίνιος αναφέρεται σ’ αυτό το φυτό: «Το φυτόν καλούμενον δίκταμον εις ουδέν άλλο μέρος φύεται ειμη εν τη νήσω Κρήτη». O Θεόφραστος, πατέρας της Βοτανικής, στο έργο του «Περί Φυτών ιστορίες» γράφει: «Το δίκταμο είναι φυτό που βγαίνει μόνο στη Κρήτη….»
  Επίσης αποκαλείται και «στοματόχορτο» (το μάσημα των φύλλων του σταματά την κακοσμία του στόματος), ή «αττίταμος» ή «στομαχόχορτο» (γιατί βοηθάει στη χώνευση). Αυτοφύεται μόνο σε απόκρημνες πλαγιές, φαράγγια, γκρεμούς και βράχους των ορεινών περιοχών και λοφώδεις ασβεστολιθικές εκτάσεις, κυρίως στις ανατολικές πλαγιές των βουνών Ίδης και ∆ίκτης της Κρήτης, σε υψόμετρο μέχρι 1600μ. Είναι νανοφυές, πολυετές και αειθαλές και ανθίζει και συλλέγεται κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
  ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. Γνωστό από την αρχαιότητα, το χρησιμοποιούσαν στην παρασκευή θεραπευτικών αλοιφών, ως αιμοστατικό και επουλωτικό πληγών, και αρωματικών οίνων (Δικταμίτης οίνος). Ήταν το ιερό φυτό της «Άρτεμης Δίκτυννας» γι’ αυτό και το άγαλμα της θεάς Aρτέμιδος, η οποία εκτός των άλλων ήταν και προστάτης των επιλόχων γυναικών, έφερε στο κεφάλι της στεφάνι από δίκταμο.
Λέγεται ότι όταν τα αγρίμια τραυματιστούν τρίβουν την πληγή τους πάνω στο φυτό και αυτή επουλώνεται ταχύτατα. Μάλιστα, ο Aριστοτέλης στο έργο του «Περί των ζώων ιστορίαι» αναφέρει: «Tας δε εν τη Kρήτη αίγας τας αγρίας όταν τοξευθώσι ζητείν το δίκταμνον δοκεί γαρ εκβλητικόν είναι των βελών» δηλαδή ότι : «…Όταν τα αγριοκάτσικα του Ψηλορείτη (Κρητικοί Αίγαγροι ή Capra Aegagrus) πληγώνονταν από βέλη κυνηγών, μασούσαν δίκταμο και τον έβαζαν πάνω στην πληγή τους, για να απομακρύνουν το δηλητήριο και το ίδιο το βέλος και να θεραπευτούν…»
  Η θεραπευτική του δράση για το στομάχι και οι επουλωτικές του ιδιότητες αναφέρονται και από τον Ιπποκράτη ο οποίος τον συνιστούσε σε έμπλαστρο για τη χοληδόχο κύστη, τους πνεύμονες και τα πρηξίματα. Επίσης, το χρησιμοποιούσε σαν αντισπασμωδικό, εμμηναγωγό, εκτρωτικό (όταν καταπίνεται εκτινάσσει τα πεθαμένα έμβρυα) και για την διευκόλυνση της υστεροτοκίας.
  Σύμφωνα με το Θεόφραστο χρησιμοποιήθηκε άπειρες φορές την ώρα του τοκετού σαν κατάπλασμα χαμηλά στην κοιλιά για τη δυστοκία. Τον προφύλαγαν μάλιστα μέσα στο κενό των βλαστών του άρτηκα και του καλαμιού μην τυχόν και χάσει τις ιδιότητές του.
  Ο Διοσκουρίδης, πατέρας της φαρμακογνωσίας, θεράπευε τις πληγές των στρατιωτών σε περιόδους πολέμου, ενώ με τη μυρωδιά του έδιωχνε έντομα και ερπετά.
Επίσης, ο Ευριπίδης σημειώνει στα «Αργοναυτικά του Ορφέως» κάποια πράγματα για το δίκταμο, όπως επίσης ο Όμηρος στην «Ιλιάδα» κι ο Bιργίλιος στο 12ο βιβλίο της «Aινειάδας» του, όπου αναφέρει πως όταν πληγώθηκε ο Αινείας από βέλος, η μητέρα του Άρτεμης η Αφροδίτη, πήγε και μάζεψε δίκταμο στο όρο Ίδη (Ψηλορείτης) της Κρήτης «φυτόν ύπερ επιζητεί η άγρια αίξ, όταν το ταχύ βέλος του κυνηγού την πληγώση».
  Επίσης η ίδια η Αφροδίτη τον χρησιμοποιεί όταν αισθάνθηκε τους πόνους του τοκετού.
  Οι μινωίτες εκμεταλλεύονταν τον δίκταμο για την παρασκευή αρωμάτων και αλοιφών. Το έλαιο που παρασκεύαζαν από το φυτό είχε τονωτικές και διεγερτικές ιδιότητες. Αιθέριο έλαιο δίκταμου μέσα σε ελαιόλαδο προσφερόταν στους θεούς, στους βασιλιάδες και ιερείς της Μινωικής Κρήτης, των Μυκηνών και της Πύλου από τον 15ο έως και τον 13ο αιώνα π.Χ.
  ΣΤΗ ΝΕΩΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. Ο άγριος δίκταµος σε παλαιότερα χρόνια συλλεγόταν σε ολόκληρη την Κρήτη από χωρικούς για δική τους χρήση ή προκειμένου να το πουλήσουν. Οι συλλέκτες ήταν μεμονωμένοι ή σε ομάδες πηγαίνοντας σε διάφορες περιοχές του νησιού. Αναλογικά µε την ονομασία του ∆ικτάµου σε κάθε περιοχή, τους συλλέκτες αυτούς τους ονόµαζαν Ερωντάδες, Αττιτανολόγους, Βοτανολόγους ή Μαζωχτάδες. Οι ομάδες («πατούλιες») αυτές χωρίς να έχουν ιδιαίτερες γνώσεις αναρριχητικής τεχνικής και µε πρωτόγονο εξοπλισμό (δένονταν με γερά σκοινιά, τα οποία λέγονταν «γούμενες») κρέμονταν στους βράχους και μάζευαν ή ξερίζωναν ολόκληρο το φυτό χρησιμοποιώντας μακριά κοντάρια τα οποία έφεραν μεταλλική περόνη στην άκρη.
  Λόγω αυτής της επικινδυνότητας πήρε και το όνομα «έρωντας», γιατί πρέπει να ‘χει κανείς το πάθος του έρωτα για ν’ αποφασίσει να διακινδυνέψει τη ζωή του για να το μαζέψει. Άλλη θεωρία είναι ότι ονομάστηκε έτσι γιατί όταν χρησιμοποιείται προκαλεί ερωτική διέγερση.
  ΣΥΛΛΟΓΗ. Η συλλογή γίνεται όταν το φυτό βρίσκεται στο στάδιο της άνθισης. Συλλέγονται οι ανθοφόροι βλαστοί µε τα λίγα φύλλα της βάσης τους και χωριστά τα υπόλοιπα μέρη του φυτού. Σε όλη τη βλαστική περίοδο γίνονται 2-4 συλλογές. Η πρώτη συλλογή γίνεται στο τέλος του Μαΐου και ένα μήνα αργότερα, μέχρι και Αύγουστο. Λαογραφικές αναφορές αναφέρουν ως περίοδο συλλογής μετά του Προφήτη Ηλία, 20 Ιουλίου, όταν είναι πια «λαδωμένος»(Φραγκάκη Ευαγ., 1969). Αναφέρεται μάλιστα ότι ο ∆ίκταµος τότε έχει τόσο θυμό ώστε ο αέρας που τον περιβάλει αναφλέγεται «αρπά και ανάφτει και όποιος θωρεί τη λάμψη». Το φαινόμενο της ανάφλεξης του φυτού, παρατηρείται αν κάποιος ανάψει ένα σπίρτο κοντά του.
  ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ. Η συστηματική καλλιέργεια του φυτού ξεκίνησε κοντά σε τοποθεσίες που βρίσκονταν οι φυσικοί πληθυσμοί, περίπου το 1920-23.
  Συγκεκριμένα το 1923 η εντατική καλλιέργεια άρχισε στα χωριά του Ρεθύμνου Κάτω Πόρος και Αργυρούπολη. Αρχικά το καλλιεργούσαν σε γλάστρες, στις σχισμές των βράχων, τις τρύπες τοίχων κλπ. Από το 1928 επεκτάθηκε η καλλιέργεια και σε άλλες περιοχές της Κρήτης και κυρίως στους οικισμούς του Νομού Ηρακλείου, Αρχάνες του Δήμου Αρχανών-Αστερουσίων, και Ξενιάκο και Έμπαρο του Δήμου Βιάννου. Από το 1935 κυρίως άρχισε η αλματώδης επέκταση της καλλιέργειας του για να φθάσει λίγο πριν από τον πόλεμο του 1940, η συνολική παραγωγή καλλιεργούμενου ξηρού δίκταμου, τις 8.000 οκάδες στο Νομό Ηρακλείου.
  Αμέσως μετά την κατοχή ξανάρχισε η καλλιέργεια κυρίως σε χωριά του Δήμου Βιάννου π.χ. Έµπαρος, Ξενιάκο, Μηλιαράδω, Θωµαδιανό, Αφρατί, από 370  καλλιεργητές σε έκταση 125 στρεμμάτων και µε παραγωγή 50 τόνων περίπου το χρόνο. Οι περισσότεροι κάτοικοι των περιοχών αυτών ασχολούνταν µε την συγκεκριμένη καλλιέργεια, η οποία αποτελούσε την κυριότερη πηγή εισοδήματός τους. Το 1964 έχουμε εξαγωγή 24 τόνων περίπου ξηρού δίκταμου από το λιμάνι του Ηρακλείου. Είχε μάλιστα δημιουργηθεί και συνεταιρισμός καλλιεργητών δίκταμου, που δανειοδοτούσε η Αγροτική Τράπεζα. Πληροφορίες από τοπικούς καλλιεργητές θέλουν το «Συνεταιρισμό Καλλιεργητών Δίκταμου» να ιδρύεται το 1956. Από το 1982 ο συνεταιρισμός φαίνεται να ατονεί, ενώ την τελευταία περίοδο του είχε 130 µέλη.
  Η ετήσια παραγωγή ξηρού δικτάμου στο νομό Ηρακλείου φτάνει τους 30 τόνους ετησίως. Η ποιότητα όμως του καλλιεργούμενου είναι πολύ κατώτερη του αυτοφυούς καθώς οι ιδιότητες του φυτού μειώνονται αισθητά όχι απλώς όταν αυτό καλλιεργείται αλλά κι επιπλέον όταν καλλιεργείται μακριά από τη Κρήτη!
  ΣΗΜΕΡΑ. Στο δίκταμο αποδίδονται σήμερα πολλές θεραπευτικές ιδιότητες κατά των γαστραλγιών, της ατονίας του πεπτικού συστήματος, των κεφαλαλγιών, κατά της αμηνόρροιας και των παθήσεων της μήτρας και της εξάντλησης του οργανισμού γενικότερα. Το πίνουμε κυρίως ως ρόφημα, αλλά χρησιμοποιείται και για την παρασκευή ποτών.
  Γενικά σαν αφέψημα (όπως το τσάι, με αναλογία 1 γρ. δίκταμο σε 100 γρ. νερό) απαλύνει τους πονοκεφάλους, τις νευραλγίες, τις στομαχικές και ηπατικές παθήσεις και τους πόνους της περιόδου. Σε κατάπλασμα απαλύνει πονοκεφάλους, πληγές και δερματικές φλεγμονές. Το αιθέριο έλαιο του ανακουφίζει από μυϊκούς, ρευματικούς πόνους και παθήσεις του δέρματος. Στην ποτοποιία χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό των λικέρ και βερμούτ, όπως η βενεδικτίνη, η τραπιστίνη, το άρκεμπιζ, το κινζάνο, καθώς και αυτών της ποτοποιίας Martini & Rossi στην Ιταλία, η οποία εισάγει ετησίως αρκετούς τόνους από αποξηραμένο δίκταμο για να τον χρησιμοποιήσει ως βασικό συστατικό για τον αρωματισμό των προϊόντων της.
  Οι μεν φαρμακευτικές του ιδιότητες οφείλονται στις ενώσεις «θυμόλη» και «καρβακρόλη», οι δε αρωματικές στην «πουλεγιόνη».
  Η υπερβολική όμως εκμετάλλευση του άγριου δίκταμου προκάλεσε μείωση των πληθυσμών ακόμα και την εξαφάνιση τους από ορισμένες περιοχές. Το φυτό στις μέρες µας προστατεύεται από τη «Συνθήκη της Βέρνης».
ΣΥΝΤΑΓΗ:
Αρνίσια παϊδάκια με μέλι και δίκταμο
Υλικά
• 1 κιλό αρνίσια παϊδάκια
• Ελαιόλαδο
• Ξύσμα λεμονιού
• Κρεμμύδι ξερό
• 50 γρ μέλι
• Θυμάρι
• Δίκταμο
• Αλατοπίπερο
Εκτέλεση
Μαρινάρουμε τα παϊδάκια με ελαιόλαδο, ξύσμα λεμονιού, λίγο θυμάρι, μέλι, αρκετό δίκταμο και κρεμμύδι ξερό για τουλάχιστον 2-3 ώρες. Τα βγάζουμε από τη μαρινάδα και τα περνάμε από το grill. Μπορούμε να τα σερβίρουμε με ψητές μελιτζάνες που ταιριάζουν με τη γεύση του δίκταμου.


ΦΑΣΚΟΜΗΛΟ (Σάλβια η φαρμακευτική ελλ. Ελελίφασκος ο φαρμακευτικός, Salvia officinalis)
Ανήκει στο γένος των Αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών. Πολυετές, θαμνώδες, με πολυάριθμα κλαδιά, ύψους μέχρι μισό μέτρο. Τα φύλλα του είναι επιμήκη και παχιά, χρώματος λευκοπράσινου. Τα άνθη του φύονται κατά σπονδύλους, είναι χρώματος μοβ-μπλε και ανθίζουν από το Μάιο ως τον Ιούνιο. Το γένος περιλαμβάνει σύμφωνα με διάφορες πηγές γύρω στα χίλια είδη που εξαπλώνονται σχεδόν σε όλες τις κυρίως εύκρατες περιοχές της γης.
  Περιέχει ως κύρια ουσία αιθέριο έλαιο, φασκομηλόλαδο, άχρωμο ή ερυθροκίτρινο, σαπωνίνες, πικρές ουσίες, τερπένια, ρητίνες, πικρά διτερπένια, ταννίνες, τριτερπένια, φλαβονοειδή και θουγιόνη (thujone, μια μονοτερπενική κετόνη).
  Βρίσκεται σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας κυρίως σε ξηρούς και πετρώδεις τόπους. Είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα βότανα της Κρήτης με εξαιρετικό άρωμα.
Το φυτό έχει έντονη αρωματική οσμή και καλλιεργείται για τις φαρμακευτικές ιδιότητες του, ως αφέψημα και ως καρύκευμα. Τα φύλλα του, που έχουν αντισηπτικές, αποχρεμπτικές και σπασμολυτικές ιδιότητες, είναι και το κατεξοχήν χρησιμοποιούμενο μέρος του φυτού συλλέγονται λίγο πριν ή κατά την αρχή της ανθοφορίας με ξηρό και ηλιόλουστο καιρό, το Μάιο ή τον Ιούνιο και ξηραίνονται στη σκιά.
  Γνωστό από την αρχαιότητα για τις τονωτικές του ιδιότητες. Οι αρχαίοι Έλληνες το χρησιμοποιούσαν ως πολυφάρμακο για δαγκώματα φιδιών και εντόμων, για να αυξήσουν τη γονιμότητα των γυναικών, για να διώχνουν τα κακά πνεύματα, κτλ. Έχει εκθειαστεί από τον Διοσκουρίδη (πατέρα της φαρμακογνωσίας), τον Γαληνό, τον Αέτιο και τον Ιπποκράτη (πατέρα της Ιατρικής).
  Οι Άραβες πίστευαν ότι μπορούσε να θεραπεύσει τα πάντα.
  Οι Λατίνοι το θεωρούσαν το ιερό φυτό της αθανασίας και το χρησιμοποιούσαν σε τελετές.
  Οι Γάλλοι το ονομάζουν «ελληνικό τσάι» και το χρησιμοποιούν – όπως και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι – τόσο στη μαγειρική, όσο και για τις θεραπευτικές του ιδιότητες.
  Οι Κινέζοι το αποκαλούν «ελληνικό βραστάρι» και το θεωρούν καλύτερο από το τσάι.
  ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ. Το φασκόμηλο είναι ένα βότανο προικισμένο με πολλές θεραπευτικές ουσίες και ιδιότητες, ιδιαιτέρως χρήσιμες στην ιατρική. Έχει αντιβακτηριδιακές, αντισηπτικές, καρδιοτονωτικές, σπασμολυτικές, αντιδιαβητικές και στομαχικές, ιδιότητες ενώ χρησιμοποιείται και κατά των νευραλγιών. Η φασκομηλιά χρησιμοποιείται στη θεραπευτική με τη μορφή αφεψήματος εσωτερικά ως ανθιδρωτικό (ιδιαίτερα κατά του νυχτερινού ιδρώτα φυματικών και νευρασθενών). Η δε δράση του κατά του διαβήτη έκανε ορισμένους να δηλώσουν ότι, το φασκόμηλο είναι το φάρμακο για όλες τις ασθένειες.
  Ως αφέψημα είναι ιδανικό για τη θεραπεία της φαρυγγίτιδας, της ουλίτιδας, καθώς και των άφτρων, αλλά και διαφόρων τραυματισμών του στόματος. Επίσης, τονώνει το νευρικό σύστημα, αυξάνει τη μνήμη και ενεργοποιεί την κυκλοφορία του αίματος. Ελαττώνει τα αέρια του εντέρου, είναι διουρητικό και εμμηναγωγό.
  Εάν κάνουμε πλύσεις με αφέψημα στα μέρη του σώματος που πάσχουν από κράμπες, θα ανακουφιστούν. Ακόμη είναι αιμοστατικό, και τοπικό αναισθητικό του δέρματος. Με τη χρήση του αντιμετωπίζονται τα τσιμπήματα από κουνούπια και σφήκες, τρίβοντας με τα φρέσκα φύλλα του φασκόμηλου το ερεθισμένο σημείο.
Άτομα που πάσχουν από δυσπεψίες, δυσεντερίες και έλκος στομάχου, μπορούν να αφήσουν να μουσκέψουν φύλλα φασκόμηλου μέσα σε κόκκινο κρασί (80 γρ. φασκόμηλο σε 1 λίτρο κρασί) για μία βδομάδα και να πίνουν μία έως τρεις κουταλιές της σούπας από αυτό το μίγμα, μετά από κάθε γεύμα. Το φασκόμηλο χρησιμοποιείται και στην αρωματοποιία.
  Στη μαγειρική χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό διαφόρων ζωμών, φαγητών (κυρίως κρεάτων) και του ξιδιού ενώ θεωρείται και μελισσοτροφικό φυτό παρέχοντας μέλι εκλεκτής ποιότητας. Η γεύση του είναι αρκετά πιπεράτη και ταιριάζει πολύ με λιπαρά κρεατικά και τυριά.
  Σύμφωνα με τελευταίες έρευνες, η χρήση του έχει θετική επίδραση στη θεραπεία του Αλτσχάιμερ και στην υπερλιπιδαιμία.
  Πάντως η χρήση του πρέπει να γίνεται με σύνεση γιατί υπάρχουν περιπτώσεις δηλητηρίασης από υπερβολική χρήση που οφείλεται κυρίως στην ουσία θουγιόνη που υπάρχει στο φυτό.
Από την Κρητική λαϊκή παράδοση, ένα απόσπασμα από Κρητική μαντινάδα:
Αρισμαρί και ρίγανη, φασκομηλιά, φλισκούνι,
θύμος, μυρθιά και καντιφές τρυπούνε μου τ΄ αρθούνι.»
  ΣΥΝΤΑΓΗ:
Χοιρινή πανσέτα με φασκόμηλο και μέλι
Υλικά
500-600gr χοιρινή πανσέτα κομμένη σε μεγάλους κύβους
2-3 κλωνάρια φασκόμηλο
1κ.σ. μέλι θυμαρίσιο
100gr γλυκολοκύθα
1 κρεμμύδι
1 μικρό ποτήρι κρασί κόκκινο
80gr ελαιόλαδο
Αλατοπίπερο
Εκτέλεση
Τσιγαρίζουμε το κρέας και προσθέτουμε το κρεμμύδι και τη γλυκοκολοκύθα κομμένη σε κύβους. Σβήνουμε με το κρασί και μόλις εξατμιστεί προσθέτουμε λίγο νερό, μέλι, αλατοπίπερο και το φασκόμηλο. Αφήνουμε το κρέας να ψηθεί και να δέσει η σάλτσα.


ΜΑΝΤΖΟΥΡΑΝΑ (Ορίγανον η μαντζουράνα, Οικογένεια: Lamiaceae, λατ. Origanum majorana L.)
  Αγγειόσπερμο, δικότυλο, πολυετές φυτό. Ανήκει στην τάξη λαμιώδη και στην οικογένεια χειλανθή, είναι δε συγγενικό φυτό με τη ρίγανη. Ο βλαστός είναι όρθιος, τετραγωνικός, πολύκλαδος με το ύψος του να κυμαίνεται μεταξύ 20 και 60 εκατοστών. Τα φύλλα της έχουν χρώμα γκρι ως πράσινο και είναι μικρά, αντίθετα, χνουδωτά, ωοειδή, με μία χαρακτηριστική όμορφη οσμή λεβάντας. Τα άνθη της είναι μικρά, σπαθοειδή ή σφαιρικά, λευκού ή κόκκινου χρώματος. Ανθίζει τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο και συλλέγεται την ίδια περίοδο.

Ιθαγενές των χωρών της Μεσογείου με 6 είδη ποωδών φυτών.
  ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. Στην Κρήτη η ματζουράνα είναι γνωστή από τα αρχαία χρόνια. Οι αρχαίοι Έλληνες την εκτιμούσαν πολύ και γνώριζαν τις φαρμακευτικές της ιδιότητες. Τη χρησιμοποιούσαν ως φάρμακο κατά στομαχικών και εντερικών ενοχλήσεων, αλλά και σε περιπτώσεις νευρικών παθήσεων, και για την αντιμετώπιση του κρυολογήματος. Ο Ιπποκράτης το χρησιμοποιούσε σαν αντισηπτικό. Ο Γαληνός προτρέπει την χρήση της ως χωνευτικού.
  ΣΗΜΕΡΑ. Χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική, τη μαγειρική (σαν καρύκευμα, σε σούπες), στην αρτοποιία-ζαχαροπλαστική και την κοσμετολογία-αρωματοποιία. Παρουσιάζει αντιβακτηριακές, αντιυικές ιδιότητες
  Στη φαρμακευτική χρησιμοποιείται για ασθένειες της καρδιάς, πυρετό (Kirtikar and Basu, 1985) και στην αντισηψία των τραυμάτων. Είναι πολύ καλό αναλγητικό σε μυϊκούς πόνους, διαστρέμματα, στραμπουλήγματα και νευραλγίες. Επίσης είναι έξοχο αντίδοτο στα μικρόβια του τυφοειδούς πυρετού.
  Για τις παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος θεωρείται αποχρεμπτικό, εφιδρωτικό και ευεργετικό για το νευρικό βήχα, το κρυολόγημα, τις αμυγδαλές, τη βρογχίτιδα, το άσθμα. Για τις ανωμαλίες του πεπτικού συστήματος είναι χωνευτικό, σπασμολυτικό, αντιεμετικό, ανακουφίζει από το μετεωρισμό και τη δυσπεψία, διεγείρει το συκώτι και τη σπλήνα. Είναι ακόμη διουρητικό, αγγειοδιασταλτικό, υποτασικό, αντιδιαβητικό, αλλά και ευεργετικό σε νευρικής φύσεως παθήσεις, υπερευαισθησία, νευρασθένεια, ψυχασθένεια, άγχος, αϋπνίες, ημικρανίες, ίλιγγο, επιληψία, απώλεια μνήμης. Σε εξωτερική χρήση είναι επουλωτικό, παυσίπονο σε ρευματισμούς και πονόδοντο. Είναι ναρκωτικό σε μεγάλες δόσεις.
  Τα φύλλα της χρησιμοποιούνται ως αφέψημα. Το ρόφημα καταπραΰνει τους πονοκεφάλους, ιλίγγους, βοηθά στις νευρικές παθήσεις, καταπραΰνει το βήχα και τον πόνο των δοντιών, βοηθά σε πόνους ρευματισμών, σε εντερικές διαταραχές και πόνους της κοιλιάς. Αφέψημα μαντζουράνας στο νερό του μπάνιου καταπραΰνει και τονώνει (βράζουμε 100γρ. μαντζουράνα σε 1 λίτρο νερό).
  Από τα φύλλα του φυτού, επίσης, λαμβάνεται αιθέριο έλαιο που χρησιμοποιείται ως αντισηπτικό και αντισπασμωδικό (π.χ. 3-4 σταγόνες σε μία κουταλιά μέλι, 2-3 φορές την ημέρα). Στην αρωματοποιία το έλαιο χρησιμοποιείται στην παρασκευή σαπουνιών, μύρων και οδοντόκρεμας.
  Στη μαγειρική χρησιμοποιείται ως μπαχαρικό, συνήθως στο κρέας και το ψάρι.
Επίσης καλλιεργείται ως καλλωπιστικό και αρωματικό φυτό σε γλάστρες και κήπους.
ΣΥΝΤΑΓΗ:
Σαρδέλα στο φούρνο με μαντζουράνα και ντομάτα
Υλικά
• 1 κιλό σαρδέλες
• Μαντζουράνα
• 4-5 ώριμες ντομάτες
• Σκόρδο 1 σκελίδα
• Ελαιόλαδο
• Αλατοπίπερο
Εκτέλεση
Καθαρίζουμε και πλένουμε καλά τις σαρδέλες. Λαδώνουμε ένα ταψί και τις τοποθετούμε στη σειρά. Σε μια μπασίνα βάζουμε τις ντομάτες πολτοποιημένες, το ελαιόλαδο, το σκόρδο, τη μαντζουράνα και το αλατοπίπερο και ανακατεύουμε καλά. Ρίχνουμε το μίγμα στο ταψί. Ψήνουμε στους 2000C σε προθερμασμένο φούρνο για περίπου 15 λεπτά.
ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ (Ώκιμον το βασιλικόν, λατ. Ocimum basilicum)
  Είναι αρωματικό ετήσιο, ποώδες φυτό (υπάρχουν όμως είδη πολυετή και θαμνώδη) της οικογένειας των Χειλανθών και της των σωληνανθών. Φτάνει σε ύψος 30-40 cm, με στέλεχος που έχει πολλά κλαδιά και πυκνό φύλλωμα. Τα φύλλα του είναι μονά, αντίθετα, ωοειδή, μυτερά, ακέραια ή οδοντωτά, πράσινα (έντονα ή σκούρα σε ορισμένες ποικιλίες). Τα λουλούδια είναι διαταγμένα σε χαλαρούς σπονδύλους και σχηματίζουν μασχαλιαίους στάχεις, χρώματος άσπρου, κόκκινου ή ιώδους, ανάλογα με την ποικιλία: είναι αρωματικά, πλούσια σε νέκταρ και προσελκύουν τις μέλισσες.
Πολλές φορές τα φυτά μοιάζουν με στρογγυλούς θάμνους. Είναι στενός συγγενής άλλων γνωστών αρωματικών φυτών, όπως το δεντρολίβανο, η ρίγανη, η μαντζουράνα, η μέντα και η φασκομηλιά.
  Είναι πολύ γνωστό και διαδομένο στα ήπια και ζεστά κλίματα. Κατάγεται από τις τροπικές περιοχές της Ασίας (Ινδία: είναι ιερό φυτό αφιερωμένο στον Κρίσνα και τον Βισνού, και Ιράν) και της Αφρικής, από όπου και μεταφέρθηκε στις χώρες της Μεσογείου. Με την ονομασία βασιλικός είναι γνωστά και άλλα είδη που βρίσκονται σε τροπικές περιοχές. Ένα από τα είδη αυτά έχει την ονομασία φυτό του πυρετού και στις περιοχές της Δυτικής Αφρικής χρησιμοποιείται ως αντιπυρετικό.
Χρησιμοποιείται σαν καρύκευμα, για το έντονο και χαρακτηριστικό του άρωμα από την εποχή των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων.
  Η ονομασία «βασιλικός» (πρώτη εκδοχή) του αποδόθηκε καθώς, σύμφωνα με θρύλο, φύτρωσε στο σημείο όπου ο Μέγας Κωνσταντίνος και η μητέρα του Αγία Ελένη ανακάλυψαν τον Τίμιο Σταυρό. Την ονομασία του το φυτό την πήρε από το «βασιλιάς» που είναι ο Ιησούς Χριστός. Σύμφωνα με αυτόν το φυτό φύτρωσε στο χαμένο τάφο του Χριστού και η έντονη μυρωδιά του έγινε αφορμή να ανακαλυφθεί. Στα Θεοφάνεια ο ιερέας ραίνει τους πιστούς με αγιασμό βουτώντας ένα κλαδί βασιλικό μέσα στο άγιασμα. Στη γιορτή της Υψώσεως του Τίμιου Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου στις εκκλησίες μοιράζεται βασιλικός.
  Στο εμπόριο κυκλοφορούν διάφορες ποικιλίες που διακρίνονται για το μέγεθος των φύλλων (μικρόφυλλες και πλατύφυλλες). Ο βασιλικός καλλιεργείται ως αλλωπιστικό φυτό σε γλάστρες και κήπους και τα φύλλα του χρησιμοποιούνται αποξηραμένα ως καρύκευμα και αφέψημα. Τα φύλλα περιέχουν αιθέριο έλαιο που κύριο συστατικό του είναι η λιναλοόλη και η μεθυλοχαβικόλη.
  Ο ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. Το φυτό στην Ελλάδα το έφερε ο Μέγας Αλέξανδρος, όταν από την εκστρατεία του στις Ινδίες μεταξύ των άλλων έφερε και το «του βασιλέως φυτό» (δεύτερη εκδοχή για την προέλευση του ονόματος). Συνήθως, τον χρησιμοποιούσαν ως επίθεμα μετά από δάγκωμα εντόμου, σκορπιού ή και φιδιού.
Οι Ρωμαίοι το θεωρούσαν ερωτικό φίλτρο, σημάδι αγάπης και φυλακτό.
Οι Αιγύπτιοι τον χρησιμοποιούσαν μαζί με άλλα φυτά στις ταριχεύσεις και οι Γαλάτες το χρησιμοποιούσαν σε τελετές εξαγνισμού μαζί με νερό πηγής. Πιθανόν από εκεί να κρατάει τις ρίζες του και το χριστιανικό έθιμο του αγιασμού με τον βασιλικό.
  ΣΗΜΕΡΑ. Χρησιμοποιείται στην φαρμακευτική, την αρωματοποιία και την μαγειρική.
  Ως ρόφημα («τσάι» από βασιλικό) είναι ιδιαιτέρως χωνευτικό, διουρητικό και τονωτικό. Καταπραΰνει από τους σπασμούς στο έντερο και ανακουφίζει από νευρικές ημικρανίες, έντονους πονοκεφάλους, και στοματίτιδες. Τα φύλλα του φυτού βοηθούν στη δυσκοιλιότητα όταν φαγωθούν τρυφερά (π.χ. με λάδι, σαν σαλάτα). Παλαιότερα χρησιμοποιούνταν πολτοποιημένο για την καταπραϋντική του δράση σε τσίμπημα σκορπιού, δάγκωμα μέλισσας, ή ερεθισμό από τσουκνίδα.
  Οι θεραπευτικές ιδιότητες του βασιλικού βρίσκονται κυρίως στο αιθέριο έλαιό του, το οποίο είναι πολύ καλό αντισπασμωδικό. Ως αιθέριο έλαιο χρησιμοποιείται και στην φαρμακοποιία και την αρωματοθεραπεία.
  Επίσης, είναι φυτό με αποχρεμπτικές ιδιότητες και θεωρείται εξαιρετικό εφιδρωτικό. Σε σκόνη (ρουφώντας τον απ’ τη μύτη) καταπολεμά το κρυολόγημα και τον πονοκέφαλο. Μέσα σε κρασί, τονώνει τον οργανισμό και είναι εξαιρετικά χωνευτικός. Επίσης, διευκολύνει την παραγωγή γάλακτος σε μητέρες που θηλάζουν. Το εκχύλισμα βασιλικού είναι ευεργετικό κατά της στοματίτιδας, του επιχείλιου έρπητα και της ναυτίας (και της ναυτίας της εγκυμοσύνης).
  Επίσης έχει αντισηπτική δράση. Το βάφτισμα των φύλλων μέσα στο νερό για αρκετή ώρα έχει σαν αποτέλεσμα να μη μουχλιάζει το νερό αυτό. Γι’ αυτό και ο βασιλικός χρησιμοποιείται από την Εκκλησία για τον αγιασμό του νερού.
  Ο ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΣΤΗ ΜΑΓΕΡΙΚΗ. Ο βασιλικός θεωρείται ο βασιλιάς των μυρωδικών! Χρησιμοποιείται σε πολλές συνταγές και συνδυάζεται με πολλές γεύσεις. Στην κρητική κουζίνα χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό του ελαιολάδου, μόνο του είτε σε συνδυασμό με άλλα βότανα επίσης αρωματικά.
  Τα αποξηραμένα φύλλα της πλατύφυλλης ποικιλίας, το άρωμα των οποίων μοιάζει λίγο με αυτό του γλυκάνισου χρησιμοποιούνται ως καρύκευμα για να αρωματίζει διάφορα ψητά, σαλάτες, βραστά, κοκκινιστά, σούπες κ.τ.λ. ενώ ταιριάζει πολύ σε σάλτσες που έχουν ως βάση τη φρέσκια ντομάτα.
  Χρησιμοποιήστε τα φύλλα, και όχι τόσο τους βλαστούς, την τελευταία στιγμή, γιατί το πολύωρο μαγείρεμα καταστρέφει τα αιθέρια έλαια και χάνεται το άρωμά του. Συνδυάζεται με τη φρέσκια τομάτα και τα μαλακά τυριά. Επίσης, ταιριάζει σε σαλάτες, σούπες, ριζότο, αυγά, θαλασσινά, λευκό και κόκκινο κρέας, κεφτέδες, φρούτα, ψωμί, σε όλες σχεδόν τις σάλτσες των ζυμαρικών, καθώς και στα γεμιστά.
Υπενθυμίζουμε πως για τη μαγειρική, τα φύλλα μπορούν να διατηρηθούν ξερά, κλεισμένα ερμητικά σε γυάλινα βάζα, ή σε καταψύκτη, όπου διατηρούν για πολύ καιρό όλο το άρωμά τους.
  Κυκλοφορούν πολλές ποικιλίες βασιλικού, όμως η πιο διαδεδομένη για τη μαγειρική είναι αυτή του πλατύφυλλου ή Ιταλικού βασιλικού (Sweet Basil ή Italian Basil) που χρησιμοποιείται και στην παρασκευή της σάλτσας pesto. Η γεύση του είναι πολύ πιο απαλή και το άρωμα του ιδιαίτερα εκλεπτυσμένο, σε σχέση με άλλες ποικιλίες, που είναι περισσότερο για καλλωπιστική χρήση.
  Ο βασιλικός χρησιμοποιείται στην ποτοποιία (για παράδειγμα, στο ποτό Σαρτρέζ) και στην στην κονσερβοποιία (π.χ. σε κονσέρβες τομάτας και σαλτσών).
  Στην Ελλάδα είναι από τα πιο κοινά οικιακά φυτά. Είναι ένα από τα καλύτερα εντομοαπωθητικά και, επιπλέον, από τα φυτά που έχουν υπέροχο άρωμα. Μια γλάστρα με βασιλικό θα κρατήσει μακριά – και, πάνω απ’ όλα, με οικολογικό τρόπο – μύγες, κουνούπια και άλλα ενοχλητικά έντομα. Ακόμα, μπορείτε να προστατέψετε τα ρούχα σας από το σκώρο, τοποθετώντας στις ντουλάπες σακουλάκια με μίγμα από βασιλικό, φασκόμηλο, λεβάντα και δεντρολίβανο.

Λαογραφικά δίστιχα
Βασιλικέ μου της βραγιάς και κρίνε μου του δάσου
αχού, εγώ πουλάκι μου πως θες να σε ξεχάσω!
Στο παραθύρι που ΄σαι συ, βασιλικός δεν πρέπει,
γιατί σαι συ βασιλικός κι οπ΄ έχει μάτια βλέπει!
Βασιλικιά και ροζμαρί κι ανθό του γλυκανίσου
ο έρωτας τα μάζεψε, κι έκαμε το κορμί σου!
Βασιλικό κι αρισμαρί δε βάνω πια στ’ αφτί μου
γιατί μου την εκλέψανε την αγαπητική μου.
 
Κρητικές μαντινάδες
Ποτέ μου δεν το λόγιαζα, ούτε στο νου μου το ΄χα
ν΄ αφήσεις το βασιλικό, να πάρεις τη μολόχα.

Ερνήθης το βασιλικό κι αγάπησες τον πρίνο
απού δεν έχει μυρουδιά, διά(ο)λε και σε και κείνο!

Χαλάλι σου Βασιλικέ όσο νερό κι΄αν πίνεις,
γιατί τό κάμεις άρωμα καί πίσω μου το δίνεις!

Δεν ημπορώ Βασιλικέ συχνά νά σε ποτίζω,
γιατί έχεις μυρωδιές πολλές και δεν τις νταγιαντίζω!


ΡΙΓΑΝΗ (Ορίγανον το κοινόν, λατ. Origanum vulgare)
  Aρωματικό ποώδες, πολυετές, ιθαγενές και θαμνώδες φυτό της Μεσογείου και της Κεντρικής Ασίας. Ανήκει στο γένος Ορίγανο της τάξης των λαμιωδών αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών (οικογένεια Lamiaceae). Το φυτό είναι κοντό και φρυγανώδης με κορμό ξυλώδη χωρίς ελαστικότητα. Το ύψος κυμαίνεται από 20 ως 80 εκ.. Τα φύλλα έχουν σχήμα αυγοειδές, είναι χνουδωτά και σταχτόχρωμα με μήκος 1-4 εκ. Τα κλαδιά του είναι λεπτά και σχηματίζουν ανθοφόρα κεφάλια στις άκρες. Τα άνθη της έχουν χρώμα άσπρο-μώβ με γλυκιά πιπεράτη μυρωδιά και ανθίζει από Ιούνιο κυρίως μέχρι Αύγουστο αναλόγως της περιοχής.
  Από τα τέσσερα διαφορετικά είδη φυτών που αναφέρονται στη ρίγανη, το πιο διαδεδομένο στη χώρα μας είναι το Origanum vulgare spp. hirtum. Αναπτύσσεται καλά σε εδάφη με pH 6-9 και μπορεί να εκμεταλλευτεί, όταν καλλιεργείται, ακόμα και πολύ φτωχά, ξηρικά και πετρώδη εδάφη. Η ρίγανη συναντιέται εύκολα σε όλη την Ελλάδα σαν αυτοφυές άγριο φυτό, αλλά μπορεί να καλλιεργηθεί και σε κήπους με ξηρό ασβεστολιθικό έδαφος. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο, μοσχεύματα ή παραφυάδες. Είναι ανθεκτικό φυτό χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις και είναι χρήσιμο όταν το φυτό είναι ανθισμένο αφού χρησιμοποιούμε τους βλαστούς και τα φύλλα ως άρτυμα. Η καλλιέργεια της ρίγανης εντοπίζεται κυρίως στη Μακεδονία, τη Θράκη και τη Θεσσαλία.
  Στη μελισσοκομία θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό φυτό μαζί με το θυμάρι.
Αποτελεί βασικό αρωματικό της μεσογειακής κουζίνας σε σελάτες, ψητά, ψάρια και κρέατα. Αφήνουμε τα κομμένα φυτά να ξεραθούν σε σκιερό μέρος. Μετά από τρίψιμο και φύσημα για να φύγουν τυχών λεπτά ξυλάκια, την φυλάμε σε γυάλινα βάζα. Έτσι, μπορείτε να την αποθηκεύσετε για τουλάχιστον ένα με δύο χρόνια, χωρίς να αλλοιωθεί-ξεθυμάνει η γεύση της.
  Η ΡΙΓΑΝΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. Η ρίγανη είναι αυτοφυές φυτό της Μεσογείου και της Κεντρικής Ασίας. Το όνομα της προέρχεται από τις λέξεις όρος και γάνος (λαμπρότητα), φυτό, δηλαδή, που λαμπρύνει το βουνό. Στην αρχαία Ελλάδα αποτελούσε σύμβολο χαράς και ευτυχίας. Ο Αριστοτέλης έγραφε ότι, αν κάποιο τραυματισμένο κατσίκι από βέλος κυνηγού, έτρωγε ρίγανη, η πληγή του έκλεινε. Οι κυνηγοί μέχρι και σήμερα συνηθίζουν, όταν σκοτώσουν ένα θήραμα, να βάζουν στην κοιλιά του μερικά κλωνάρια ρίγανη, για να μη μυρίσει μέχρι να φθάσουν σπίτι.
Από την αρχαιότητα γνωστές είναι και οι φαρμακευτικές ιδιότητες της ρίγανης. Οι αρχαίοι Έλληνες την χρησιμοποιούσαν κατά των χρόνιων ρευματισμών, σε κολικούς και εξωτερικά σε πρηξίματα και για το στραβολαίμιασμα.
  Η ρίγανη περιέχει τις φαινόλες θυμόλη (thymol) και καρβακρόλη (carvacrol), πικρές ουσίες, πτητικές ουσίες (μέχρι 15 %) κ.ά. Είναι το φυτό με το μεγαλύτερο περιεχόμενο βιταμίνης C. (565 mg %). Η ρίγανη έχει 12 φορές περισσότερο αντιοξειδωτική δράση από το πορτοκάλι, 30 από την πατάτα και 42 από το μήλο.
Είναι αντιδιαρροϊκή, αντιφλεγμονώδης, βακτηριοκτόνα. Βράζοντάς την και πίνοντάς την σαν αφέψημα είναι άριστο τονωτικό, διουρητικό, αντισηπτικό, καταπραϋντικό και βοηθάει στην πέψη. Χρησιμοποιείται για την ατονία των εντέρων, για αποχρεμπτικό για το βήχα, ανακουφίζει στους κολικούς, στους πονόδοντους και στο στομαχόπονο, βοηθάει στην υπέρταση και την αρτηριοσκλήρυνση. Ενώ θεωρείται πως θεραπεύει την ψωρίαση, την επιληψία, την τερηδόνα, αλλά και από τις ψείρες και βοηθάει στο φύτρωμα των μαλλιών.
  Το αιθέριο έλαιο της ρίγανης (οριγανέλαιο) χρησιμοποιείται στην αρωματοποιια για την παρασκευή σαπουνιών, μύρων και οδοντόκρεμας. Τα τελευταία χρόνια η χρήση της ρίγανης έχει επεκταθεί και στην βιολογική κτηνοτροφία. Χρησιμοποιείται ευρέως στο σιτηρέσιο των χοιροτροφικών και πτηνοτροφικών μονάδων, αντικαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό τα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται κατά την διάρκεια της πάχυνσής τους. Τέλος μπορεί να χρησιμοποιηθεί χλωρή, αλλά και ξηρή (με προσοχή όμως) και στα πτηνά (στα καναρίνια κυρίως) βοηθώντας κυρίως το αναπνευστικό τους σύστημα καθώς και την ποιότητα του πτερώματος τους.
  Επίσης στη βιομηχανία τροφίμων χρησιμοποιείται για να αυξάνει την ικανότητα συντήρησής τους, μειώνοντας την ανάπτυξη του αντίστοιχου μικροβιακού πληθυσμού. Η ρίγανη είναι βασικό συστατικό της Μεσογειακής Κουζίνας. Μπορείτε να φανταστείτε χωριάτικη σαλάτα χωρίς ρίγανη; Συναντάται σχεδόν σε όλες τις συνταγές και κυρίως στα κρεατικά και στα ψάρια. Δοκιμάστε να γεμίσετε την κοιλία ψαριού με κλωναράκια φρέσκιας ρίγανης, όταν πρόκειται να ψηθεί στη σχάρα. Η γεύση της είναι έντονη, πικάντικη και ελαφρώς πικρή. Γενικά έχει ανθεκτικότητα στο μαγείρεμα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την αρχή.
  Τοποθετήστε το γλαστράκι στο παράθυρο της κουζίνας, σε θέση με πολύ φως. Είναι φυτό που δεν έχει μεγάλες ανάγκες σε νερό. Το υπερβολικό πότισμα μπορεί να το σαπίσει. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα μπορεί να μείνει σε εξωτερικό χώρο, καθώς είναι ανθεκτική σε χαμηλές θερμοκρασίες. Κόψτε κλωναράκια μαζί με τα φύλλα και χρησιμοποιήστε τα ολόκληρα.
Από την Κρητική λαϊκή παράδοση, ένα απόσπασμα από Κρητική μαντινάδα:

Αρισμαρί και ρίγανη, φασκομηλιά, φλισκούνι,

θύμος, μυρθιά και καντιφές τρυπούνε μου τ΄ αρθούνι.

ΣΥΝΤΑΓΗ:
Σφουγγάτο με αβρονιά, κρίταμο και ρίγανη
Υλικά
• 10 αυγά
• Αλατοπίπερο
• Αβρονιά
• Κρίταμο
• Ελαιόλαδο
• Ρίγανη
Εκτέλεση
Βράζουμε την αβρονιά και τον κρίταμο χωριστά μέχρι να μαλακώσουν και να ξεπικρίσουν. Χτυπάμε τα αυγά με το αλατοπίπερο. Σοτάρουμε τα χόρτα σε ένα τηγάνι με λίγο ελαιόλαδο, προσθέτουμε το μίγμα των αυγών και ψήνουμε την ομελέτα.
Ντάκος με ντομάτα, ελαιόλαδο, ρίγανη
Υλικά
• 2 κριθαροκουλούρες
• Ελαιόλαδο
• Ντομάτα φρέσκια, τριμμένη
• Ρίγανη
• Αλάτι
Εκτέλεση
Ραντίζουμε με ελαιόλαδο τις κριθαροκουλούρες. Προσθέτουμε τη ντομάτα, αλάτι, ρίγανη και λίγο ελαιόλαδο από πάνω. Σερβίρουμε αμέσως.


ΘΥΜΑΡΙ ή θύμιο (Θύμος ο κοινός, λατ. Thymus vulgaris)
  Eίναι αγγειόσπερμο, δικότυλο φυτό, το οποίο ανήκει στην τάξη των Σωληνανθών (Tubiflorae) και στην οικογένεια των Χειλανθών (Labiatae). Είναι ένας μικρός, σκληρός, αειθαλής και πολυετής θάμνος μικρού ύψους (έως 40 εκατοστά), με όρθιους βλαστούς, εξαιρετικά ανθεκτικός, αναδύει πολύ ευχάριστο άρωμα. Τα φύλλα του είναι μικρά, ωοειδή, με γκρίζο χρώμα ενώ τα άνθη του είναι μικρά με ροζ ή λευκό χρώμα. Ανθίζει τον Ιούνιο και τον Ιούλιο.
  Απαντάται στις νότιες και μεσογειακές περιοχές της Ευρώπης σε διάφορες περιοχές της Ασίας και καλλιεργείται στη βόρεια Αμερική. Είναι ιθαγενές φυτό της Δυτικής Μεσογείου και στην Ελλάδα υπάρχουν 23 αυτοφυή είδη. Στην Κρήτη βρίσκουμε και τον ασπρόθυμο. Και τα δυο είδη είναι σπουδαία μελισσοκομικά φυτά.
Καλλιεργείται σε όλα σχεδόν τα εδάφη και πολλαπλασιάζεται με σπόρο, ή με παραφυάδες. Φυτεύεται συνήθως το φθινόπωρο. Συλλέγουμε τις ανθισμένες κορφές από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο και αφού τις αποξηράνουμε μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε όλο τον χρόνο.
  ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ: Το όνομα για πρώτη φορά δόθηκε από τους αρχαίους Έλληνες και προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα Θύω που σημαίνει θυσιάζω για αυτό άλλωστε και το χρησιμοποιούσαν ως θυμίαμα στους ναούς. Άλλη εκδοχή αναφέρει ότι προέρχεται από την λέξη Θύμων που σημαίνει θαρραλέος. Είναι γνωστό ότι οι Ρωμαίοι στρατιώτες συνήθιζαν να κάνουν μπάνιο σε νερό αρωματισμένο με θυμάρι, για να αποκτήσουν σφρίγος και ενεργητικότητα. Άλλες πηγές αναφέρουν την χρήση του από τους Σουμέριους κατά το 3.500 π.χ. αλλά και από τους Αιγυπτίους που το ονόμαζαν Θαμ και το χρησιμοποιούσαν ως Βαλσαμωτικό και ως αρωματικό. Οι αρχαίοι Έλληνες το χρησιμοποιούσαν και σαν απολυμαντικό για διάφορες ασθένειες.
  ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ. Το θυμάρι έχει αντισηπτικές, διουρητικές, αντιπαρασιτικές και αντιπυρετικές ιδιότητες. Το εκχύλισμά του μπορεί να προλάβει το κρύωμα, ρίχνει τον πυρετό, καταπολεμά τη γρίπη, τις εντερικές διαταραχές και δερματικές λοιμώξεις. Το ρόφημα από θυμάρι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία του βήχα, της βρογχίτιδας, της αρθρίτιδας και των ρευματισμών, ενώ πίνεται και ανάμεικτο με αρωματικά όπως η μέντα και το φασκόμηλο σε συνδυασμό με μέλι.
Οι αντισηπτικές ιδιότητες του θυμαριού λειτουργούν ευεργετικά στο ανοσοποιητικό σύστημα και στις λοιμώξεις του αναπνευστικού. Χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση δερματολογικών προβλημάτων από ακμή, δερματίτιδα, εκζέματα, και διευκολύνει την πέψη του στομάχου.
  Το θυμάρι περιέχει αιθέριο έλαιο σε ποσοστό 1-2%. Το κύριο συστατικό του αιθέριου ελαίου του θυμαριού κατά 20-54% είναι η θυμόλη ή, αλλιώς, καμφορά του θυμαριού, έχει δε χρήσεις στην αρωματοποιία και στην οδοντιατρική. Το αιθέριο έλαιο του χρησιμοποιείται στην αρωματαθεραπεία (χημειότυπος θυμόλης, λιναλοόλης) για την ανακούφιση ρευματικών και ισχιαλγικών παθήσεων.
Βοηθά στην αντιμετώπιση της τριχόπτωσης, εξαιρετικό για τον καθαρισμό των δοντιών (οι Κρητικοί τρίβουν τα ούλα τους με θυμάρι για την αντιμετώπιση της ουλίτιδας). Στοματίτιδες και ερεθισμένες αμυγδαλές αντιμετωπίζονται με γαργάρες με αφέψημα (χωρίς μέλι).
  Για να παρασκευάσουμε έγχυμα βάζουμε 1 κουταλιά του γλυκού ξηρό ή 2 κουταλιές του γλυκού φρέσκο βότανο, χωρίς κοτσάνι, σε 1 φλιτζάνι βραστό νερό, το σκεπάζουμε για 10 λεπτά και μετά το σουρώνουμε. Αντισπασμωδικό των πεπτικών οδών, διευκολύνει την πέψη, ηρεμεί τις νευρικές συσπάσεις του στομάχου και του εντέρου. Ακόμη βοηθά στην μείωση του άγχους και της πνευματικής κατάπτωσης.
  Με θυμαρέλαιο μπορούμε να κάνουμε επάλειψη και καθαρισμό πληγών, π.χ. λίγες σταγόνες σε ελαιόλαδο βοηθούν στα τσιμπήματα από έντομα. Θυμαρέλαιο φτιάχνουμε τοποθετώντας κλαδάκια από θυμάρι μέσα σε ένα μπουκάλι από ελαιόλαδο για 15 μέρες περίπου. Ένα ζεστό μπάνιο με νερό που περιέχει εκχύλισμα θυμαριού, προσφέρει ευεξία, ξεκούραση και ανακουφίζει από τους πόνους των ρευματικών παθήσεων.
  Η θυμόλη έχει αντισηπτική δράση και αποτελεί το κυρίως συστατικό πολλών εμπορικών σκευασμάτων αφρόλουτρων, οδοντόκρεμας αλλά και για την πλύση του στόματος, όπως η Listerine. Πριν την έλευση των σύγχρονων αντιβιοτικών, το αιθέριο έλαιο θυμαριού χρησίμευε για την επάλειψη των γαζών. Η θυμόλη έχει αποδειχτεί επίσης αποτελεσματική στην καταπολέμηση των μυκήτων που συχνά μολύνουν τα νύχια των ποδιών. Αποτελεί επίσης ενεργό συστατικό σε κάποια φυτικά σκευάσματα χωρίς οινόπνευμα, για την απολύμανση των χεριών.
  ΣΤΗ ΜΑΓΕΡΙΚΗ. Στη μαγειρική χρησιμοποιείται (ξερό ή δροσερό) για τις εξαιρετικές αρωματικές του ιδιότητες. Η γεύση τους είναι πολύ δυνατή, ελαφρώς καυστική και πλούσια. Μαζί με τους αποξηραμένους ανθούς χρησιμοποιούνται ως μπαχαρικό για τον αρωματισμό διαφόρων φαγητών με ψάρια, κρέατα, σε διάφορες σάλτσες, σαλάτες, σούπες, ακόμα και όσπρια. Τα φύλλα του θυμαριού, όταν ξεραθούν, αποκτούν καφεπράσινο χρώμα και αναδύουν το άρωμα τους όταν θρυμματιστούν. Με το θυμάρι μπορούμε να φτιάξουμε νόστιμές μαρινάδες. Επίσης χρησιμοποιείται ως αρωματικό στις ελιές.
  Πρέπει να αναφερθεί ότι από το θυμάρι παράγεται το εξαιρετικής ποιότητας «θυμαρίσιο μέλι», με το γνωστό υπέροχο άρωμα και γεύση και τις ευεργετικές του ιδιότητες.
Είναι ένα από τα βασικά συστατικά του λικέρ βενεδικτίνη. Το κύριο συστατικό του αιθέριου ελαίου του θυμαριού, η θυμόλη, χρησιμοποιείται ευρέως στην αρωματοποιία, στην Φαρμακευτική, στην κοσμετολογία καθώς και στην ποτοποιία (παραγωγή λικέρ) (de Rougemont, 1989).
  Βρίσκει εφαρμογή στην βιομηχανία τροφίμων και την ζαχαροπλαστική είτε ως αντιοξειδωτικό είτε για να προσδώσει άρωμα και εμφάνιση.
  Η θυμόλη είναι αποτελεσματική κατά της σαλμονέλας και του σταφυλόκοκκου.
ΣΥΝΤΑΓΗ:
Χταπόδι με ξύδι και λεμονοθύμαρο
Υλικά
• 1 κιλό χταπόδι
• Ελαιόλαδο
• Κρεμμύδι
• 50 γρ μέλι
• Λεμονοθύμαρο
• Αλατοπίπερο
• Ξύδι
Εκτέλεση
Τοποθετούμε το χταπόδι σε μια κατσαρόλα να ψηθεί στα υγρά του. Σβήνουμε με το ξύδι. Όταν είναι σχεδόν έτοιμο, προσθέτουμε το κρεμμύδι, το ελαιόλαδο και το λεμονοθύμαρο και μαγειρεύουμε λίγο μέχρι να δέσει η σάλτσα. Λίγο πριν ολοκληρωθεί το μαγείρεμα προσθέτουμε αλατοπίπερο.


ΘΡΟΥΜΠΑ, ΘΡΟΥΜΠΙ ή ΓΕΡΟΝΤΟΧΟΡΤΟ
  Η θρούμπα είναι ένα αρωματικό ποώδες φυτό-θάμνος, ετήσιο, ευδοκιμεί σε όλη την μεσόγειο και ιδιαίτερα σε ξηρές και πετρώδεις περιοχές. Δεν ξεπερνά τα 40 εκατοστά και προτιμά τα βραχώδη, άγονα και ασβεστώδη εδάφη, από τις παράλιες περιοχές μέχρι και σε υψόμετρο 1600 μέτρων. Μπορείτε να συλλέξετε τα ανθισμένα βλασταράκια του από τον Απρίλιο μέχρι και τον Ιούλιο, αλλά μπορεί κάλλιστα να προσαρμοστεί στον κήπο σας ή στον εξώστη σας σε γλάστρα. Είναι πολύ αρωματική την άνοιξη με άνθη ροζ, μωβ ή λευκά σε σφαιρικές ταξιανθίες, στους τελευταίους σπόνδυλους των βλαστών του. Η οσμή του μοιάζει με αυτήν του θυμαριού και της ρίγανης. Φαρμακευτικό και μελισσοκομικό φυτό.
  ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. Από την αρχαιότητα χρησιμοποιείται σαν βότανο για τις διάφορες ασθένειες αλλά και σαν αρωματικό στη μαγειρική. Έχει συνδεθεί με τη λατρεία του Θρυμβαίου Απόλλωνα, το ιερό του οποίου βρίσκονταν στην πόλη Θύμβρα, πολύ κοντά στην Τροία.
  Ο Ιπποκράτης (ο πατέρας της Ιατρικής) το συνιστά στην αντιμετώπιση των πνευμονικών αποστημάτων και των «γυναικείων παθήσεων» (δυσμηνόρροιας). Το αφέψημά του θεωρείται αντιεμετικό, καταπολεμά τον πονόλαιμο και με γαργάρες επουλώνει τις πληγές του λάρυγγα και του στόματος. Ο Διοσκουρίδης αναφέρει τη χρήση του στην παρασκευή του «θύμβριτου οίνου», κρασιού που αρωμάτιζαν με κλαδιά από το φυτό της θρούμπας, χρήση που έχει επιβιώσει μέχρι τις μέρες μας.
Κατά την ρωμαϊκή εποχή, η χρήση της θρούμπας στη μαγειρική ήταν ευρεία. Επίσης το χρησιμοποιούσαν για αφροδισιακό.
  Παλιά όταν είχαν πληγές στο στόμα ή στο λάρυγγα, έκαναν γαργάρα με αφέψημα από θρούμπι και κρασί και μετά το κατάπιναν, 3-4 σταγόνες από το χυμό του φυτού στα αφτιά πριν τον ύπνο βελτιώνουν την ακοή και σταματούν τον βόμβο. Το αφέψημα από θρούμπι θεωρείται διεγερτικό και τονωτικό και δρα κατά της πνευματικής και σωματικής κούρασης, βοηθάει το άσθμα, την ναυτία, την πέτρα στα νεφρά, και δρα καταπραϋντικά στα ρευματικά. Επίσης δρα κατά της διάρροιας και σκοτώνει βακτηρίδια μικρόβια και μύκητες.
  Παλαιότερα στη Κρήτη καταπολεμούσαν τις φθειρειάσεις των ζώων τους με αφέψημα από θρούμπι.
  ΣΤΗ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ. Σήμερα το φυτό αυτό (τα φύλλα) χρησιμοποιείται για να αρωματίσει από σαλάτες, όσπρια, ψαρόσουπες, αλλαντικά, κρέατα και πουλερικά μέχρι φρουτοσαλάτες, και λόγω των αντιτοξικών ιδιοτήτων του. Επίσης χρησιμοποιείται για να αρωματίσει λικέρ. Θεωρείται, επίσης, εξαιρετικά τονωτικό, χαλαρωτικό και αναζωογονιτικό, αν δυνατό αφέψημά του προστεθεί στο λουτρό. Κάποτε μάλιστα η εκτίμηση για την τονωτική του ιδιότητα ήταν τόση που απαγορεύτηκε στους καλόγηρους να το χρησιμοποιούν και να το καλλιεργούν…!
Οι παλιοί Κρητικοί σκέπαζαν ακόμα με φύλλα από θρούμπι το τυρί που έβαζαν στην άλμη για να πάρει το τυρί το άρωμά του. Ακόμα και σήμερα χρησιμοποιούν αφέψημα θρουμπιού για να ξεπλένουν τα βαρέλια πριν βάλουν το κρασί για να σκοτώσουν τους παραμύκητες.


ΔΥΟΣΜΟΣ ή ΜΕΝΤΑ (Ηδύοσμος ο πιπερώδης, λατ. Menta Viridis, oικογένεια: Χειλανθή, Lamiaceae)
  Είναι πολυετές, ποώδες, αρωματικό φυτό που φυτρώνει σε ορεινά και υγρά μέρη και φτάνει έως και τα 70εκ. ύψος. Μοιάζει πολύ με την μέντα, από την οποία διαφέρει στο χρώμα του βλαστού, που στον δυόσμο είναι πράσινος σε αντίθεση με αυτό της μέντας που είναι ιώδες. Τα φύλλα του είναι ωοειδή, με πολλές νευρώσεις και έχουν έντονο πράσινο χρώμα. Τα άνθη του είναι μικρά ρόδινα ή μωβ ανοιχτό. Η άνθιση έρχεται Ιούνιο με Αύγουστο και μαζεύετε την ίδια περίοδο και θεωρείτε ένα από τα σπουδαιότερα βότανα.
  Χρειάζεται αρκετή υγρασία και καλλιεργείται σε γλάστρες, ενώ πολλαπλασιάζεται με παραφυάδες ή μοσχεύματα. Υπάρχει παντού σαν καλλιεργούμενο και μπορούμε να τον έχουμε πάντα φρέσκο σε μια γλάστρα ή να τον ξεράνουμε και να τον φυλάξουμε σε ένα βάζο.
  Ο δυόσμος είναι ένα από τα πιο δημοφιλή αρωματικά φυτά της λεκάνης της Μεσογείου. Ήταν ένα φυτό που ήρθε στην Ευρώπη από την Ανατολή. Χρησιμοποιείται στη μαγειρική σε φαγητά και σαλάτες, στη ζαχαροπλαστική, δίνει άρωμα σε δροσιστικά ποτά και έχει πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες. Ο δυόσμος χρησιμοποιείται επίσης στη σαπωνοποιία και την αρωματοποιία.
  ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. Το όνομα «μέντα» προέρχεται από το λατινικό mentha, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το αρχαιοελληνικό μίνθη. Η Μίνθη ήταν Νύμφη του υποχθόνιου κόσμου, που ο Άδης (ο θεός των νεκρών και του σκότους) επιζήτησε να κάνει ερωμένη του. Η Περσεφόνη ή, κατ’ άλλους συγγραφείς, η Δήμητρα καταδίωξε την άμοιρη και την ποδοπάτησε. Κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου της, ο Άδης μήτε καν κινήθηκε να τη βοηθήσει. Περιορίστηκε να τη μεταμορφώσει σε ένα φυτό, που ξαφνικά φύτρωσε για πρώτη φορά στο βουνό Μίνθη της Τριφυλίας. Είναι η γνωστή «μέντα» (ή δυόσμος), αφιερωμένη από τότε στον θεό του σκοταδιού.
  Ήταν ένα από τα πιο σπουδαία αρωματικά φυτά για τους αρχαίους Αιγυπτίους, Έλληνες και Ρωμαίους. Τον χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή μύρου, στη μαγειρική, την οινοποιία αλλά και για φαρμακευτικούς σκοπούς. Ο Διοσκουρίδης, ο Ιπποκράτης και ο Πλίνιος το ανέφεραν συχνά ως φυτό με μεγάλη φαρμακευτική αξία και ωραιότατο άρωμα. Συγκεκριμένα, ο Ιπποκράτης και ο Γαληνός χρησιμοποιούσαν την μέντα κατά της δυσπεψίας, κατά των νευρικών διαταραχών, κατά των ιλίγγων, της αϋπνίας, της γαστρίτιδας, του βήχα, του κρυολογήματος, του πονόλαιμου και ως αντισπασμωδικό.
  Οι αρχαίοι Έλληνες έτριβαν το τραπέζι τους με δυόσμο, πριν καθίσουν να φάνε. Επίσης, αρωμάτιζαν το νερό τού μπάνιου. Από τον 6ο αιώνα συναντώνται κρέμες καθαρισμού δοντιών με δυόσμο. Τα ποντίκια φαίνεται να αποφεύγουν τη μυρωδιά του, γι’ αυτό και χρησιμοποιείται για την απομάκρυνσή τους.
  Οι Άραβες λατρεύουν τη μέντα, ορκίζονται στο όνομα της. Η λεπτή μυρωδιά της μέντας διαχέεται παντού και οι αρετές της έχουν υμνηθεί ιδιαίτερα. Η Σεχραζάτ, που διηγούνταν στο Σουλτάνο τις ιστορίες στις «Χίλιες και Μία Νύχτες», οφείλει ίσως τη ζωή της σε μερικά φλιτζάνια μυρωδάτο τσάι μέντας, που της σερβίριζαν κάθε μέρα, πριν ξημερώσει, την ίδια πάντα ώρα, για να μπορεί να συνεχίζει τις ιστορίες του Σεβάχ του Θαλασσινού και του Αλαντίν. Πολλές αραβικές φυλές από την αρχαιότητα τη χρησιμοποιούσαν σε μορφή ροφήματος για τη σεξουαλική διέγερση αλλά σε αρκετά μεγάλες ποσότητες, διότι αλλιώς έχει την ακριβώς αντίθετη δράση.
  ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ. Είναι τονωτικό, χωνευτικό, καταπραϋντικό του στομάχου, αντισπασμωδικό, εναντίον του λόξιγκα, βοηθά στον πονόδοντο, αν μασήσουμε τα φύλλα. Χρησιμοποιούμε τα φρέσκα φύλλα για την καταπολέμηση του πονοκέφαλου, τρίβοντάς τα στο κεφάλι μας ή να παρασκευάσουμε ένα αφέψημα αν υποφέρουμε από δυσπεψία, διάρροια ή εμετούς, νευρικές διαταραχές ή αϋπνία. Η εντριβή στις κλειδώσεις με φρέσκα φύλλα ανακουφίζουν από ρευματισμούς. Ακόμη και ο Σαίξπηρ την αναφέρει, μαζί με τη λεβάντα και το δεντρολίβανο, ως διεγερτικό για τους κυρίους της μέσης ηλικίας.
  Για αφέψημα βράζουμε λίγα λεπτά μερικά φύλλα σε ένα μπρίκι νερό, το σουρώνουμε και το πίνουμε ζεστό με μέλι. Για έγχυμα βάζουμε ένα κουταλάκι του γλυκού σε ένα μπρίκι καυτό νερό και το αφήνουμε μισή ώρα. Δύο με τρεις σταγόνες αιθέριου ελαίου σε χλιαρό νερό γίνονται γαργάρα σε περιπτώσεις αμυγδαλίτιδας, ουλίτιδας και φλεγμονών του ρινοφάρυγγα.
  ΣΤΗ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ. Αρωματικό συνήθως το χρησιμοποιούν στα παγωτά, στις κομπόστες, σε σάλτσες κρασιά, ξίδια, και κυρίως στις σαλάτες και τους κεφτέδες, αφού η μυρωδιά του είναι πολύ έντονη. Ταιριάζει στα φρούτα αλλά και στα λαχανικά. Πολύ συχνά χρησιμοποιείται ως ρόφημα, τσάι με γεύση μέντας.
  ΣΥΝΤΑΓΗ:
Λαχανοντολμάδες με δυόσμο, καρύδια και ανθόγαλο
Υλικά
• 1 μεγάλο λάχανο
Για τη γέμιση
• 1 μάτσο δυόσμο
• ½ κιλό ρύζι γλασέ
• Λίγο ελαιόλαδο
• 3-4 κρεμμύδια τριμμένα
• Αλατοπίπερο
• Καρύδι σπασμένο
• Ντομάτα τριμμένη
• Ζωμό κοτόπουλο για το μαγείρεμα
• Ανθόγαλο για το σερβίρισμα
Εκτέλεση
Ξεχωρίζουμε τα φύλλα του λάχανου και τα ζεματάμε για 5 λεπτά. Ετοιμάζουμε τη γέμιση ανακατεύοντας καλά όλα τα υλικά σε ποσότητες ανάλογα με τις προτιμήσεις μας. Λαδώνουμε τον πάτο της κατσαρόλας και στρώνουμε λαχανόφυλλα για να μην κολλήσουν οι ντολμάδες. Παίρνουμε τα λαχανόφυλλα, αφαιρούμε το κεντρικό νεύρο προσθέτουμε τη γέμιση και τυλίγουμε. Ντρεσάρουμε κυκλικά τους ντολμάδες. Προσθέτουμε το ζωμό κοτόπουλου ώστε να καλύπτει ίσα-ίσα τους ντολμάδες και βάζουμε ένα πιάτο για καπάκι ακριβώς από πάνω. Βάζουμε την κατσαρόλα σε μέτρια φωτιά και κατά διαστήματα την κουνάμε. Αφού ψηθούν σερβίρουμε με ανθόγαλο.


ΛΕΒΑΝΤΑ (λεβάντα, λατ. Lavandula, οικογένεια των Χειλανθών, Labiatae)
  Είναι ένα δικότυλο φυτό, ιθαγενές των παραμεσόγειων περιοχών. Είναι πολυετής χαμηλός θάμνος και αυξάνει σε ύψος από 0,3 – 1,2μ. Η λεβάντα έχει σφαιρική και πυκνή ανάπτυξη. Είναι φυτά αειθαλή, φρυγανώδη, πολύκλαδα, με όρθιους βλαστούς που φύονται από τη βάση. Τα κλαδιά της εκπτύσσονται από τη βάση σε αστεροειδή διάταξη, έχουν όρθια ανάπτυξη και καλύπτονται από τριχίδια. Τα φύλλα έχουν γκριζοπράσινο χρώμα και είναι γραμμοειδή ή προμήκη, ακέραια ή με χείλη με μήκος 5εκ. Τα άνθη της είναι κυανά- μωβ και φύονται επάκρια στον βλαστό σε ταξιανθία τύπου στάχεος και έχουν γλυκό άρωμα.
  Η ανθοφορία εμφανίζεται τέλος Άνοιξης με αρχές καλοκαιριού. Φυτό μέτριου ρυθμού ανάπτυξης, που ευδοκιμεί σε ηλιόλουστες θέσεις. Τα μέρη του φυτού που χρησιμοποιούνται για απόσταξη είναι τα άνθη και σε μικρότερες ποσότητες τα φύλλα. Οι κορυφές των ανθέων παράγουν αιθέριο έλαιο πολύ ανώτερης ποιότητας από αυτό που περιέχεται στα φύλλα. Κύριο συστατικό του είναι η χημική ένωση οξικό λιναλύλιο. Εκτός αυτού, περιέχει αλκοόλες.
  Τα περισσότερα είδη λεβάντας κατάγονται από την λεκάνη της Μεσογείου, και απαντώνται σε βραχώδεις και ασβεστολιθικές περιοχές μέχρι και 1700μ. υψόμετρο. Επίσης η λεβάντα εμφανίζεται πάνω από την βόρεια Αφρική, την Ευρώπη και την Δυτ. Ινδία. Στην Ελλάδα καλλιεργείται στην Αρκαδία, την Κεφαλληνία, τις Σέρρες την Κομοτηνή και τη Σαμοθράκη.
  Αν η λεβάντα βρει κατάλληλες συνθήκες, καλλιεργείται εύκολα. Το σημαντικότερο είναι να φυτεύεται σε σημείο που αποστραγγίζεται καλά. Αν φυτρώσει σε μέρος με υγρασία, δεν πρόκειται να βγάλει τον χειμώνα. Επίσης, προτιμά ελαφρώς αλκαλικά εδάφη. Σε όποιο σημείο του κήπου και αν βρίσκεται, η μυρωδιά της θα είναι μεθυστική και οι μοβ ανθοταξίες της πανέμορφες. Αν και προτιμά τον ήλιο, χρειάζεται και μερικές ώρες στη σκιά.
  Πρέπει να συλλέγουμε τις ανθοταξίες της λεβάντας ακριβώς τη στιγμή που ανοίγουν τα ανθύλλια και τις κρεμάμε για να τις αποξηράνουμε. Μόλις η ανθοταξία ξεραθεί εντελώς, αφαιρούμε τα άνθη με τρίψιμο και τα αποθηκεύουμε για να τα χρησιμοποιήσουμε. Μπορούμε να αποξηράνουμε και τα φύλλα, τα οποία, όμως, χάνουν μέρος του αρώματός τους.
  Το αιθέριο έλαιο που περιέχουν τα φύλλα της χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, τη σαπωνοποιία και στη φαρμακευτική, ως τονωτικό και αντικαταρροϊκό, αλλά και για τη θεραπεία νευρασθενειών. Έχει επίσης αντισηπτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται στην επούλωση τραυμάτων. Σε μεγάλες δόσεις η λεβάντα δρα ως υπνωτικό και ναρκωτικό.
  ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. Το αγνό άρωμά της μας συνοδεύει από τους αρχαίους χρόνους. Οι ιαματικές της ιδιότητες ήταν γνωστές από την αρχαιότητα και αναφέρονται από τον Διοσκουρίδη, τον Πλίνιο και το Γαληνό.
  Οι Ρωμαίοι τη χρησιμοποιούσαν στα λουτρά τους και η ονομασία της προέρχεται από το ρήμα «Lavare», που σημαίνει πλένω ή κολυμπώ. Έτσι, τότε ακόμα που το σαπούνι αποτελούσε πολυτέλεια αποκλειστικά για τους πλούσιους, ο κόσμος πλενόταν με νερό αρωματισμένο με προσθήκη λεβάντας, η οποία καλλιεργούνταν σε κάθε κήπο αγροτόσπιτου.
  ΑΡΓΟΤΕΡΑ. Τον 16ο και τον 17ο αιώνα η λεβάντα χρησιμοποιούνταν εκτενώς, όχι μόνο για τη μυρωδιά της, αλλά και στη μαγειρική. Όπως αναφέρει στις βοτανικές συμβουλές του ο Gerard, «τα νεαρά και τρυφερά βλαστάρια μπαίνουν στην άλμη και διατηρούνται για να φαγωθούν με το κρέας». Στη βασίλισσα Ελισάβετ Α΄ άρεσε να προσθέτει λεβάντα στο κρέας της, ενώ τρελαινόταν για ένα παρασκεύασμα από λεβάντα. Επίσης, έπινε αφέψημα λεβάντας για να καταπολεμά τις ημικρανίες της.
  ΣΤΗ ΜΑΓΕΡΙΚΗ. Τα άνθη της τοποθετούνται σε ζάχαρη και σφραγίζονται για δύο εβδομάδες, μετά από τις οποίες η ζάχαρη μπορεί να αντικαταστήσει την κοινή ζάχαρη στα γλυκά, τα ψωμάκια ή τις κρέμες. Και φυσικά τα επιδόρπια μπορούν να διακοσμηθούν με κρυσταλλωμένα άνθη λεβάντας.
  Η λεβάντα δεν ταιριάζει μόνο στα γλυκά. Είναι ένα εύγευστο βότανο. Η λεβάντα ταιριάζει ιδιαίτερα με το αρνί˙ στη Γαλλία, μάλιστα, τα πρόβατα βόσκουν λεβάντα με κάθε ευκαιρία. Η προσθήκη βλαστών λεβάντας στα ψητά σχάρας και το ράντισμα των ψητών με άνθη, δίνει γεύση στο κρέας (σε μεγάλη ποσότητα θα πικρίσει το φαγητό).
  ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ. Τονώνει τα νεύρα και βοηθά σε περιπτώσεις ημικρανίας, πονοκεφάλου, λιποθυμίας και ηλίασης. Τα άνθη της θεωρούνται ότι ενεργούν κατά του βήχα, του άσθματος, του κοκίτη, της γρίπης και της λαρυγγίτιδας. Η λεβάντα καταπραΰνει τους νευρόπονους του στομάχου και ηρεμεί το νευρικό σύστημα, γιατί δρα ως χαλαρωτικό. Είναι ιδανικό για τις αϋπνίες και το στρες. Επίσης απομακρύνει την πιτυρίδα και ανακουφίζει από την φαγούρα.
  Η βασίλισσα Ελισάβετ Α΄ είχε απόλυτο δίκιο που χρησιμοποιούσε αφέψημα λεβάντας για την ημικρανία.
  Χρήση: Τα άνθη της αρωματίζουν τις ντουλάπες μας και διώχνουν τους σκώρους από τα ρούχα μας.
ΣΥΝΤΑΓΗ:
Κοτόπουλο στο φούρνο με μέλι και λεβάντα
Υλικά
1 κοτόπουλο, γύρω στα 1.200 γρ., κομμένο σε κομμάτια
Αλάτι
για την μαρινάδα
1 κουταλιά σούπας λεβάντα τριμμένη στο χέρι
2-3 κλαδάκια λεμονοθύμαρο
4 κουταλιές σούπας ελαιόλαδο
4 κουταλιές σούπας μέλι
Ξύσμα και χυμό 1 λεμονιού
Εκτέλεση
Ανακατεύουμε καλά όλα τα υλικά της μαρινάδας και μαρινάρουμε το κοτόπουλο στο ψυγείο για 2-3 ώρες. Τοποθετούμε το κοτόπουλο σε ταψί και ψήνουμε για 40-45 λεπτά.


ΑΜΠΕΡΟΡΙΖΑ ή Αρμαρόρριζα ή «ροδοσταμια» (Δωδεκάνησα) ή Μοσχομολόχα (Χαλκιδική), κιούλι ή λουκουμόχορτο (Πελαργόνιο το βαρύοσμο, λατ. Pelargonium odoratissimum, Pelargonium graveolens, οικογένεια: Geraniaceae)
  Ποώδες φυτό, πολυετές, ύψους 0,5-1 μ. σε μορφή ημισφαιρικού θάμνου, με τρυφερούς βλαστούς οι οποίοι δεν ξυλοποιούνται. Τα φύλλα έχουν γκριζοπράσινο χρώμα, είναι χνουδωτά, ρυτιδωτά, ωοειδή, βαθιά σχισμένα, έλλοβα, πολύ εύοσμα. Μπορούν να φθάσουν τα 10cm σε μήκος ενώ το πλάτος τους είναι σχεδόν το μισό του μήκους τους. Τα άνθη του φέρονται σε ταξιανθία τύπου σκιαδίου (μπουκέτο) και φέρουν 5 πέταλα. Είναι χρώματος λιλά.
  Κατάγεται από τη Νότια Αφρική. Φυτό ανθεκτικό στην ξηρασία και ευδοκιμεί σε όλα τα εδάφη, αλλά είναι ευαίσθητη στο ψύχος. Έτσι στην Ελλάδα την συναντάμε κυρίως στις παράκτιες περιοχές όπου οι χειμώνες είναι ήπιοι. Σε πιο ορεινές περιοχές καλλιεργείται ως ετήσιο. Είναι παραδοσιακό φυτό των ελληνικών κήπων και γλαστρών. Ξεχωρίζει για το πολύ δυνατό άρωμα που απελευθερώνεται από τα φύλλα της.
  Η λαϊκή ιατρική θεραπεύει με αφέψημα αμπερόριζας τα πεπτικά προβλήματα και με το χυμό της δερματικά νοσήματα. Επίσης, θεωρείται ηρεμιστικό και καταπραϋντικό. Χρησιμοποιείται για να αρωματίσει γλυκά με φρούτα. Ακόμα χρησιμοποιείται σε αφέψημα, μόνο του ή μαζί με άλλα βότανα. Χρησιμοποιείται πολύ στην βιομηχανία αρωμάτων, στη ζαχαροπλαστική και στη μαγειρική.
  ΣΤΗ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ. Τα γλυκερά φύλλα της χρησιμοποιούνται στις μαρμελάδες και στα γλυκά του κουταλιού. Επίσης προστίθενται στις κομπόστες σταφύλι και κυδώνι, αλλά και στα παγωτά. Στη σάλτσα ντομάτας λειτουργεί ως φυσικό γλυκαντικό, (αντικαθιστώντας τη ζάχαρη) και δίνει ένα φίνο άρωμα. Ακόμα χρησιμοποιείται με λεμονοπίπερο και μπαλσάμικο στο μαρινάρισμα του χοιρινού. Επειδή χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό λουκουμιών λέγεται και «λουκουμόχορτο».     
  Παρασκευάζει αρωματικό τσάι, ενώ χρησιμοποιείται στην οινοποιεία και γίνεται και πάρα πολύ ωραίο λικέρ.
ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ.Η αρμπαρόριζα μετά από πολλαπλές επιστημονικές έρευνες απεδείχθη ως ένα από τα πλέον χρήσιμα φυσικά προϊόντα με σειρά από θεραπευτικές ιδιότητες. Θεωρείται από τα πλέον αποτελεσματικά κατά της ναυτίας, ως παυσίπονο κατά της αρθρίτιδας, ανακουφίζει από τις ημικρανίες και μειώνει την χοληστερόλη. Η χρήση της ενδείκνυται σε όσους υποφέρουν από κατάθλιψη, υπερένταση και πέτρα των νεφρών. Το τσάι της τονώνει το νευρικό σύστημα, είναι επουλωτικό, διουρητικό και αντιδιαβητικό. Επίσης, είναι το πλέον κατάλληλο για τις ζαλάδες της εγκυμοσύνης. Θεωρείται εντομοαπωθητικό φυτό και λόγω της αντιβακτηριακής του δράσης βοηθά στην ακμή.
ΣΥΝΤΑΓΗ:
Ζουρναδάκια
Υλικά
• 500gr καρύδια χοντροκομμένα
• 500gr αμύγδαλα χοντροκομμένα
• 100gr σησάμι καβουρδισμένο, αλεσμένο
• 300gr μέλι
• 2 κουταλιές κανέλα
• 1kg φύλλο κρούστας
• 500ml ελαιόλαδο
Σιρόπι
• 900gr ζάχαρη
• 650gr νερό
• Χυμό από ένα λεμόνι
• 2-3 φύλλα αρμπαρόριζα
Εκτέλεση
Ανακατεύουμε το μέλι, τα καρύδια, τα αμύγδαλα, το σησάμι και την κανέλα. Κόβουμε το φύλλο σε 4 λωρίδες, το αλείφουμε με ελαιόλαδο και πασπαλίζουμε με τη γέμιση αφήνοντας περιθώριο στις άκρες. Με ένα λεπτό ξύλο ρολάρουμε το φύλλο και σφίγγουμε από έξω προς τα μέσα. Τραβάμε το ξύλο και τα βάζουμε σε λαδωμένο ταψί. Ζεσταίνουμε το υπόλοιπο ελαιόλαδο και περιχύνουμε τα μασούρια. Στη συνέχεια ψήνουμε σε μέτριο φούρνο να πάρουν χρώμα. Εντωμεταξύ, ετοιμάζουμε το σιρόπι ανακατεύοντας όλα τα υλικά και βράζοντας για 5min. Όταν είναι έτοιμα τα ζουρναδάκια, αδειάζουμε προσεκτικά το λάδι που έχει μείνει στο ταψί και περιχύνουμε με το σιρόπι.


ΛΕΒΑΝΤΙΝΙ (Σαντολίνα, λατ. Santolina)
  Είναι φυτό ξυλώδες, φρυγανώδες, αειθαλές, αρωματικό, με τελικό ύψος 40-60 cm και πλάτος 1μ. Είναι πολύκλαδο με φύλλα αργυρόχρωμα, λεπτά και αρωματικά. Τα κλαδιά του είναι πολύ πυκνά, κι όλος ο θάμνος είναι συμπαγής. Τα φύλλα είναι μικρά, πυκνά, σύνθετα φτεροειδή με ασιμωπό χνούδι, δίνοντας στο φυτό ένα γκριζοπράσινο χρώμα, και αρωματικά αν τριφτούν. Τα άνθη βγαίνουν κατά κίτρινα κεφάλια διαμέτρου 1-2 εκ. πολύ πάνω απ’ το φύλλωμα σε ψηλούς (10-25 εκ.), λεπτούς και λείους βλαστούς.
  Ανθίζει από Μάιο έως Σεπτέμβριο με μικρά κίτρινα άνθη, σχήματος κουμπιού, αλλά τα ξερά άνθη παραμένουν για όλο το καλοκαίρι. Τα άνθη έχουν διαφορετική μυρωδιά απ’το φύλλωμα. Είναι ιδανικά για δημιουργία χαμηλών μπορντούρων με χαρακτηριστικό γκριζογάλανο χρώμα, καθώς και για φύτευση βραχόκηπων.
  Ανθεκτικό στα άγονα και πετρώδη εδάφη και κατάλληλο για παραθαλάσσιες περιοχές.


ΜΑΛΟΤΗΡΑ (είδος τσαγιού) Μαλοτήρας ή τσάι του βουνού: Sideritis syriaca, Οικογένεια: Labiatae
  Το είδος αυτό αποτελείται από δύο υποείδη, τα ssp. syriaca και ssp. nusairiensis. Το πρώτο είναι ενδημικό της Κρήτης και το δεύτερο απαντάται στη Μικρά Ασία και τη Συρία. Θάμνος με ημιξυλώδεις όρθιους βλαστούς ύψους 20-50 εκ. Όλο το φυτό καλύπτεται από υπόλευκο πυκνό τρίχωμα. Τα φύλλα της βάσης είναι ωοειδή-σπατουλοειδή (20-35 7-10 χιλ.) με μίσχο 5-10 χιλ. τα φύλλα των βλαστών είναι γραμμοειδή ή επιμήκη-ελλειψοειδή, σχεδόν άμισχα (15-505-10 χιλ.). ταξιανθία σε σπονδύλους μήκους 5-20 χιλ., άνθη κίτρινα. Απαντάται και σε όλα τα βουνά της Κρήτης, υψόμετρο 1000-2000 μ. Το φυτό έχει σχεδόν εξαφανιστεί λόγω της συλλογής και της υπερβόσκησης. Ο Μαλοτίρας συγχέεται με το Στάχυ τον κρητικό (Stachys cretica) με τον οποίο μοιάζει πολύ. Ουδεμία σχέση έχει με τη «σιδηρίτιδα» του Διοσκουρίδη, ο οποίος με το όνομα αυτό εννοεί το Στάχυ τον κρητικό. Έχει μικρή περιεκτικότητα σε αιθέριο έλαιο (0-0,2 %).
  Είναι ευεργετικό κατά των παθήσεων του κυκλοφορικού συστήματος λόγω των περιεχομένων σε αυτό φλαβονοειδών. Η λαϊκή ιατρική το συνιστά ως διουρητικό, για προβλήματα της πέψης, για την αντιμετώπιση των κρυολογημάτων, του βήχα και των αναπνευστικών προβλημάτων.
ΣΥΝΤΑΓΗ:
Αφέψημα κρητικών βοτάνων
Υλικά
Φλούδα πορτοκαλιού
Κανέλα ξύλο
Φλισκούνι
Μαλωτήρα
Φασκόμηλο
Μέντα
Για το σερβίρισμα
Μέλι θυμαρίσιο
Φέτα πορτοκάλι
Εκτέλεση
Βράζουμε όλα μαζί τα βότανα (σε αναλογίες που μας αρέσουν) με την κανέλα και τη φλούδα πορτοκαλιού σε μέτρια φωτιά για 2-3 λεπτά, σουρώνουμε και σερβίρουμε σε κούπες.
Προσθέτουμε αν θέλουμε λίγο μέλι και διακοσμούμε με 1 φέτα πορτοκάλι και ένα ξύλο κανέλας σε κάθε κούπα.


ΣΥΝΤΑΓΕΣ ΜΕ ΚΡΗΤΙΚΑ ΒΟΤΑΝΑ:
Συνταγές με Κρητικά Βότανα
1. Ζουρναδάκια
Υλικά
• 500gr καρύδια χοντροκομμένα
• 500gr αμύγδαλα χοντροκομμένα
• 100gr σησάμι καβουρδισμένο, αλεσμένο
• 300gr μέλι
• 2 κουταλιές κανέλα
• 1kg φύλλο κρούστας
• 500ml ελαιόλαδο
Σιρόπι
• 900gr ζάχαρη
• 650gr νερό
• Χυμό από ένα λεμόνι
• 2-3 φύλλα αρμπαρόριζα
Εκτέλεση
Ανακατεύουμε το μέλι, τα καρύδια, τα αμύγδαλα, το σησάμι και την κανέλα. Κόβουμε το φύλλο σε 4 λωρίδες, το αλείφουμε με ελαιόλαδο και πασπαλίζουμε με τη γέμιση αφήνοντας περιθώριο στις άκρες. Με ένα λεπτό ξύλο ρολάρουμε το φύλλο και σφίγγουμε από έξω προς τα μέσα. Τραβάμε το ξύλο και τα βάζουμε σε λαδωμένο ταψί. Ζεσταίνουμε το υπόλοιπο ελαιόλαδο και περιχύνουμε τα μασούρια. Στη συνέχεια ψήνουμε σε μέτριο φούρνο να πάρουν χρώμα. Εντωμεταξύ, ετοιμάζουμε το σιρόπι ανακατεύοντας όλα τα υλικά και βράζοντας για 5min. Όταν είναι έτοιμα τα ζουρναδάκια, αδειάζουμε προσεκτικά το λάδι που έχει μείνει στο ταψί και περιχύνουμε με το σιρόπι.

2. Κουμπάνια
Υλικά
• 150 ml χυμό πορτοκάλι
• 150 ml ελαιόλαδο
• 2-3 φύλλα λουίζα
• 150 γρ ζάχαρη
• 30 γρ baking powder
• 250 ml νερό
• 2 τεμάχια κανέλα ξύλο
• Αλεύρι όσο πάρει
Εκτέλεση
Χτυπάμε το χυμό πορτοκάλι, το ελαιόλαδο και τη ζάχαρη μέχρι να διαλυθεί η ζάχαρη. Βάζουμε το νερό να βράσει λίγο με την κανέλα και τη λουίζα. Αφαιρούμε τα αρωματικά και προσθέτουμε το μίγμα με τη ζάχαρη και τα υπόλοιπα υλικά συνεχίζοντας το βράσιμο και ανακατεύοντας καλά μέχρι να δέσει το μίγμα και να σχηματιστεί μια μαλακή ζύμη. Την αφήνουμε λίγο να ξεκουραστεί. Πλάθουμε μπαλίτσες ή μπαστουνάκια που τα κόβουμε με το μαχαίρι και τηγανίζουμε σε ζεστό λάδι.

3. Λαχανοντολμάδες με δυόσμο, καρύδια και ανθόγαλο
Υλικά
• 1 μεγάλο λάχανο
Για τη γέμιση
• 1 μάτσο δυόσμο
• ½ κιλό ρύζι γλασέ
• Λίγο ελαιόλαδο
• 3-4 κρεμμύδια τριμμένα
• Αλατοπίπερο
• Καρύδι σπασμένο
• Ντομάτα τριμμένη
• Ζωμό κοτόπουλο για το μαγείρεμα
• Ανθόγαλο για το σερβίρισμα
Εκτέλεση
Ξεχωρίζουμε τα φύλλα του λάχανου και τα ζεματάμε για 5 λεπτά. Ετοιμάζουμε τη γέμιση ανακατεύοντας καλά όλα τα υλικά σε ποσότητες ανάλογα με τις προτιμήσεις μας. Λαδώνουμε τον πάτο της κατσαρόλας και στρώνουμε λαχανόφυλλα για να μην κολλήσουν οι ντολμάδες. Παίρνουμε τα λαχανόφυλλα, αφαιρούμε το κεντρικό νεύρο προσθέτουμε τη γέμιση και τυλίγουμε. Ντρεσάρουμε κυκλικά τους ντολμάδες. Προσθέτουμε το ζωμό κοτόπουλου ώστε να καλύπτει ίσα-ίσα τους ντολμάδες και βάζουμε ένα πιάτο για καπάκι ακριβώς από πάνω. Βάζουμε την κατσαρόλα σε μέτρια φωτιά και κατά διαστήματα την κουνάμε. Αφού ψηθούν σερβίρουμε με ανθόγαλο.

4. Σαρδέλα στο φούρνο με μαντζουράνα και ντομάτα
Υλικά
• 1 κιλό σαρδέλες
• Μαντζουράνα
• 4-5 ώριμες ντομάτες
• Σκόρδο 1 σκελίδα
• Ελαιόλαδο
• Αλατοπίπερο
Εκτέλεση
Καθαρίζουμε και πλένουμε καλά τις σαρδέλες. Λαδώνουμε ένα ταψί και τις τοποθετούμε στη σειρά. Σε μια μπασίνα βάζουμε τις ντομάτες πολτοποιημένες, το ελαιόλαδο, το σκόρδο, τη μαντζουράνα και το αλατοπίπερο και ανακατεύουμε καλά. Ρίχνουμε το μίγμα στο ταψί. Ψήνουμε στους 2000C σε προθερμασμένο φούρνο για περίπου 15 λεπτά.

5. Σφουγγάτο με αβρονιά, κρίταμο και ρίγανη
Υλικά
• 10 αυγά
• Αλατοπίπερο
• Αβρονιά
• Κρίταμο
• Ελαιόλαδο
• Ρίγανη
Εκτέλεση
Βράζουμε την αβρονιά και τον κρίταμο χωριστά μέχρι να μαλακώσουν και να ξεπικρίσουν. Χτυπάμε τα αυγά με το αλατοπίπερο. Σοτάρουμε τα χόρτα σε ένα τηγάνι με λίγο ελαιόλαδο, προσθέτουμε το μίγμα των αυγών και ψήνουμε την ομελέτα.

6. Χταπόδι με ξύδι και λεμονοθύμαρο
Υλικά
• 1 κιλό χταπόδι
• Ελαιόλαδο
• Κρεμμύδι
• 50 γρ μέλι
• Λεμονοθύμαρο
• Αλατοπίπερο
• Ξύδι
Εκτέλεση
Τοποθετούμε το χταπόδι σε μια κατσαρόλα να ψηθεί στα υγρά του. Σβήνουμε με το ξύδι. Όταν είναι σχεδόν έτοιμο, προσθέτουμε το κρεμμύδι, το ελαιόλαδο και το λεμονοθύμαρο και μαγειρεύουμε λίγο μέχρι να δέσει η σάλτσα. Λίγο πριν ολοκληρωθεί το μαγείρεμα προσθέτουμε αλατοπίπερο.

7. Αρνίσια παϊδάκια με μέλι και δίκταμο
Υλικά
• 1 κιλό αρνίσια παϊδάκια
• Ελαιόλαδο
• Ξύσμα λεμονιού
• Κρεμμύδι ξερό
• 50 γρ μέλι
• Θυμάρι
• Δίκταμο
• Αλατοπίπερο
Εκτέλεση
Μαρινάρουμε τα παϊδάκια με ελαιόλαδο, ξύσμα λεμονιού, λίγο θυμάρι, μέλι, αρκετό δίκταμο και κρεμμύδι ξερό για τουλάχιστον 2-3 ώρες. Τα βγάζουμε από τη μαρινάδα και τα περνάμε από το grill. Μπορούμε να τα σερβίρουμε με ψητές μελιτζάνες που ταιριάζουν με τη γεύση του δίκταμου.

8. Ψάρι με δεντρολίβανο
Υλικά
• 1kg ψάρια
• Ελαιόλαδο
• Αλεύρι
• Αλάτι
• Κρεμμύδι ξερό
• Σκόρδο
• Δεντρολίβανο
• Ξύδι
Εκτέλεση
Αυτός ο συνδυασμός χρησιμοποιήθηκε πολύ σε όλη την Κρήτη για να νοστιμέψει ψάρια όπως σαφρίδια και φρίσες, αλλά και κολοκυθάκια και γλυκιά κολοκύθα ψητή.
Αλευρώνουμε και τηγανίζουμε τα ψάρια. Σουρώνουμε το λάδι και τσιγαρίζουμε μέσα σε αυτό κρεμμυδάκι, σκόρδο, δεντρολίβανο. Προσθέτουμε ένα ποτηράκι νερό, λίγο ξύδι και μια κουταλίτσα αλεύρι και αφήνουμε να βράσουν για περίπου 15 λεπτά μέχρι να μελώσει.

9. Χοιρινή πανσέτα με φασκόμηλο και μέλι
Υλικά
500-600gr χοιρινή πανσέτα κομμένη σε μεγάλους κύβους
2-3 κλωνάρια φασκόμηλο
1κ.σ. μέλι θυμαρίσιο
100gr γλυκολοκύθα
1 κρεμμύδι
1 μικρό ποτήρι κρασί κόκκινο
80gr ελαιόλαδο
Αλατοπίπερο
Εκτέλεση
Τσιγαρίζουμε το κρέας και προσθέτουμε το κρεμμύδι και τη γλυκοκολοκύθα κομμένη σε κύβους. Σβήνουμε με το κρασί και μόλις εξατμιστεί προσθέτουμε λίγο νερό, μέλι, αλατοπίπερο και το φασκόμηλο. Αφήνουμε το κρέας να ψηθεί και να δέσει η σάλτσα.

10. Ντάκος με ντομάτα, ελαιόλαδο, ρίγανη
Υλικά
• 2 κριθαροκουλούρες
• Ελαιόλαδο
• Ντομάτα φρέσκια, τριμμένη
• Ρίγανη
• Αλάτι
Εκτέλεση
Ραντίζουμε με ελαιόλαδο τις κριθαροκουλούρες. Προσθέτουμε τη ντομάτα, αλάτι, ρίγανη και λίγο ελαιόλαδο από πάνω. Σερβίρουμε αμέσως.

11. Αφέψημα κρητικών βοτάνων
Υλικά
Φλούδα πορτοκαλιού
Κανέλα ξύλο
Φλισκούνι
Μαλωτήρα
Φασκόμηλο
Μέντα
Για το σερβίρισμα
Μέλι θυμαρίσιο
Φέτα πορτοκάλι
Εκτέλεση
Βράζουμε όλα μαζί τα βότανα (σε αναλογίες που μας αρέσουν) με την κανέλα και τη φλούδα πορτοκαλιού σε μέτρια φωτιά για 2-3 λεπτά, σουρώνουμε και σερβίρουμε σε κούπες.
Προσθέτουμε αν θέλουμε λίγο μέλι και διακοσμούμε με 1 φέτα πορτοκάλι και ένα ξύλο κανέλας σε κάθε κούπα.

12. Κοτόπουλο στο φούρνο με μέλι και λεβάντα
Υλικά
1 κοτόπουλο, γύρω στα 1.200 γρ., κομμένο σε κομμάτια
Αλάτι
για την μαρινάδα
1 κουταλιά σούπας λεβάντα τριμμένη στο χέρι
2-3 κλαδάκια λεμονοθύμαρο
4 κουταλιές σούπας ελαιόλαδο
4 κουταλιές σούπας μέλι
Ξύσμα και χυμό 1 λεμονιού
Εκτέλεση
Ανακατεύουμε καλά όλα τα υλικά της μαρινάδας και μαρινάρουμε το κοτόπουλο στο ψυγείο για 2-3 ώρες. Τοποθετούμε το κοτόπουλο σε ταψί και ψήνουμε για 40-45 λεπτά.
portheraklion.gr





Δημιουργήστε μια πράσινη γωνιά 

με αρωματικά φυτά

 
  Δημιουργήστε τη δική σας μικρή συλλογή από αρωματικά φυτά στο μπαλκόνι ή τον κήπο σας και αξιοποιήστε τις μοναδικές ιδιότητές τους χρησιμοποιώντας τα είτε στην κουζίνα, είτε για να ενισχύσετε την υγεία σας.
Αν έχετε μπαλκόνι, καλλιεργήστε τα μέσα σε ζαρντινιέρες, σε τελάρα ή σε μεγάλες γλάστρες, ακόμα και σε βαρέλια. Φροντίστε να τους βάλετε πιατάκια με ρόδες, ώστε να μπορείτε να τα μεταφέρετε αν χρειαστούν περισσότερο φως ή πρέπει να τα μετακινήσετε για να τα προφυλάξετε από τις αλλαγές των καιρικών συνθηκών. Εκτός από το ηλιακό φως, έχουν ανάγκη από ελαφρύ χώμα, για να στραγγίζει καλά, αλλά πλούσιο σε βασικά συστατικά. Χρειάζονται συχνή φροντίδα με επανατροφοδότηση του χώματος και προστασία από τον δυνατό αέρα.

  Αν είστε από τους τυχερούς που διαθέτουν κήπο, επιλέξτε ένα μέρος στο οποίο τα φυτά θα είναι προφυλαγμένα από τον αέρα. Μπορείτε αν έχετε διάθεση και μεράκι θα δημιουργήσετε ένα μικρό βοτανικό κήπο με παρτέρια, ή ανάμεσα σε πλακόστρωτο για να εξαπλωθούν πιο εύκολα ή να χρησιμοποιήσετε διάφορα απλά υλικά για να διαχωρίσετε τον αρωματικό σας κήπο από τον ανθόκηπο ή τον λαχανόκηπο. Απλές σανίδες, διακοσμητικά τουβλάκια, μια παλιά ρόδα από κάρο μπορούν να οριοθετήσουν τον χώρο και να προσφέρουν απλές αλλά αισθητικές λύσεις. Μπορείτε να δημιουργήσετε όμορφους φράχτες είτε από ψηλότερα φυτά, είτε από ξύλο προκειμένου να τα προστατεύσετε από τυχών οικόσιτα ζώα όπως σκύλους ή γάτες, που αρέσκονται να ξεκουράζονται ανάμεσά τους, αλλά άθελά τους σπάνε τα βλαστάρια τους.
  Μερικά από τα αρωματικά φυτά είναι ετήσια, μονοετή, εποχιακά και πολλαπλασιάζονται με σπόρο από το ίδιο το φυτό, ενώ άλλα είναι μόνιμα και πολλαπλασιάζονται με σπόρο, διαίρεση του φυτού ή με μοσχεύματα.
Οι σπόροι φυτεύονται την άνοιξη, ενώ η διαίρεση γίνεται συνήθως την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Τα μοσχεύματα συλλέγονται το καλοκαίρι. Τα αρωματικά φυτά δεν χρειάζονται λίπανση, παρά μόνο λίγο κλάδεμα αν φουντώσουν πολύ και σπάνια προσβάλλονται από ασθένειες των φυτών καθώς έχουν αυξημένο το αμυντικό τους σύστημα.
Αν είστε αρχάριος/α στην κηπουρική και σας φαίνεται δύσκολο να ξεκινήσετε φυτεύοντας σπόρους σε φυτώρια, επιλέξτε νεαρά φυτά και ξεκινήστε με την μεταφύτευση των νεαρών φυτών σε μεγαλύτερες γλάστρες ή ζαρντινιέρες.     
  Προσφέρετέ τους νερό όποτε το έχουν ανάγκη, δηλαδή όποτε το χώμα είναι στεγνό και το φυτό σας δείχνει ότι χρειάζεται πότισμα.
   Από τα ευκολότερα φυτά για να ξεκινήσετε είναι ο βασιλικός, ο δυόσμος, η αρμπαρόριζα, το δεντρολίβανο, το θυμάρι, ο μαϊντανός, η μαντζουράνα, η ρίγανη, το φασκόμηλο.
  Ας δούμε λοιπόν πως καλλιεργούνται τα συγκεκριμένα αρωματικά φυτά, πώς και πότε γίνεται η συλλογή τους και ποια η χρήση τους.

 

Βασιλικός

  Ο βασιλικός είναι μονοετές αρωματικό φυτό που μοιάζει με μικρό φουντωτό θάμνο. Διασταυρώνεται εύκολα και δημιουργεί πολλές ποικιλίες και ανθίζει με μικρά λευκά ανθάκια από Ιούνιο μέχρι Αύγουστο. Καλλιεργείται σε χώμα ή γλάστρες. Πολλαπλασιάζεται εύκολα με σπόρους που σπέρνουμε νωρίς την Άνοιξη. Χρειάζεται χώμα πλούσιο σε οργανικές ουσίες, ήλιο και πολύ ταχτικό πότισμα.
Τα αρωματικά του φύλλα χρησιμοποιούνται στην μαγειρική και στις σαλάτες, αλλά και στην παραγωγή αιθέριου ελαίου για αρωματοποιία, σαπωνοποιία κτλ. Είναι επίσης φαρμακευτικός καθώς καταπολεμά τις ζαλάδες, τις ημικρανίες και τους πονοκεφάλους. Είναι διουρητικός και ενδείκνυται για παθήσεις του στομάχου και των εντέρων. Συλλέγουμε τα φύλλα και τις ανθισμένες κορφές του και τα ξηραίνουμε σε σκιερό μέρος. Φυλάσσεται σε γυάλινα Βάζα για ένα χρόνο.

 

Δυόσμος

  Ο δυόσμος είναι ποώδες, πολυετές αρωματικό φυτό που φυτρώνει σε ορεινά και υγρά μέρη. Τα φύλλα του έχουν έντονο πράσινο χρώμα με πολλές νευρώσεις και καλλιεργείται σε γλάστρες. Χρειάζεται αρκετή υγρασία και πολλαπλασιάζεται με παραφυάδες ή μοσχεύματα.
Χρησιμοποιείται στη μαγειρική σε φαγητά και σαλάτες, στη ζαχαροπλαστική, δίνει άρωμα σε δροσιστικά ποτά και έχει πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες. Συλλέγουμε το καλοκαίρι και το φθινόπωρο τα φύλλα και τις ανθισμένες κορφές του φυτού και τα χρησιμοποιούμε τα φρέσκα φύλλα για την καταπολέμηση του πονοκέφαλου τρίβοντάς τα στο κεφάλι μας ή να παρασκευάσουμε ένα αφέψημα αν υποφέρουμε από δυσπεψία, διάρροια ή εμετούς. Η εντριβή στις κλειδώσεις με φρέσκα φύλλα ανακουφίζουν από ρευματισμούς, ενώ το μάσημα των φύλλων του σταματούν τον λόξυγκα.

 

Αρμπαρόριζα

  Η αρμπαρόριζα είναι ποώδες, πολυετές φυτό με πολλά κλαδιά που έρπουν ή κρέμονται. Τα ανοιχτόχρωμα κιτρινοπράσινα φύλλα της που μοιάζουν με παλάμη, έχουν έντονο άρωμα και καλλιεργείται και σαν καλλωπιστικό φυτό. Καλλιεργείται κυρίως σε γλάστρες και ευδοκιμεί σε παραθαλάσσιες περιοχές. Δεν αντέχει το πολύ υγρό και αμμώδες έδαφος. Δεν υποφέρει το πολύ κρύο και πολλαπλασιάζεται εύκολα με μοσχεύματα αλλά και με σπόρους.
Τα φύλλα της χρησιμοποιούνται ευρέως στη ζαχαροπλαστική αφού αρωματίζουν τέλεια γλυκά του κουταλιού όπως το κυδώνι και το σταφύλι.

 

 Δεντρολίβανο

  Πρόκειται για έναν μικρό αειθαλή θάμνο που μπορεί να φτάσει και το ένα μέτρο ύψος. Έχει πολλά και όρθια κλαδιά με φύλλα γκριζοπράσινα, σκληρά που μοιάζουν με βελόνες. Καλλιεργείται σε περιοχές με ήπιο κλίμα, αντέχει στο κρύο αλλά του αρέσει το φως και ο ήλιος. Πολλαπλασιάζεται εύκολα με μοσχεύματα σε όλων των ειδών τα εδάφη και το καλοκαίρι χρειάζεται συχνό πότισμα.
Συλλέγουμε τα φύλλα του και τις ανθισμένες κορφές του την άνοιξη και τα ξηραίνουμε σε σκιερό μέρος. Τα φύλλα του χρησιμοποιούνται στην φαρμακοποιία, την αρωματοποιία και την σαπωνοποιία. Έχει αναζωογονητική επίδραση στον οργανισμό, καταπολεμά το άσθμα, την αϋπνία, τη γρίπη και την αναιμία. Επίσης χρησιμοποιείται στην βελτίωση της επιδερμίδας και των μαλλιών. Βοηθά στην τριχόπτωση και καταπολεμά την πιτυρίδα. Με το αφέψημά του μπορούμε να κάνουμε κομπρέσες για ρευματισμούς και να πλύνουμε πληγές.

 

Θυμάρι

  Είναι ένας μικρός, σκληρός, αειθαλής και πολυετής θάμνος που φτάνει σε ύψος τα 40 εκατοστά. Τα φύλλα του είναι μικρά, ωοειδή, με γκρίζο χρώμα ενώ τα άνθη του είναι μικρά με ροζ ή λευκό χρώμα.
Καλλιεργείται σε όλα σχεδόν τα εδάφη και πολλαπλασιάζεται με σπόρο, ή με παραφυάδες. Φυτεύεται συνήθως το φθινόπωρο. Συλλέγουμε τις ανθισμένες κορφές από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο και αφού τις αποξηράνουμε μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε όλο τον χρόνο. Είναι γνωστό ότι χρησιμοποιείται στη μαγειρική με κρέας, και στην παρασκευή λικέρ. Χρησιμοποιείται για να παρασκευαστούν οδοντόπαστες και αφρόλουτρα αλλά το σημαντικότερο είναι ότι ανακουφίζει και θεραπεύει τον βήχα, τη γρίπη την αρθρίτιδα και τους ρευματισμούς σαν αφέψημα, ενώ πίνεται και σαν ρόφημα ανάμεικτο με αρωματικά όπως η μέντα και το φασκόμηλο σε συνδυασμό με μέλι.

 

Μαϊντανός

  Από τα δημοφιλέστερα αρωματικά ο μαϊντανός είναι ένα διετές φυτό με επίπεδα, λεία ή κατσαρά φύλλα που με την δυνατή χαρακτηριστική τους γεύση χρησιμοποιούνται ωμά σε όλα σχεδόν τα φαγητά και στις σαλάτες. Είναι πλούσιο σε σίδηρο και βιταμίνες Α και C. Θεωρείται πως έχει εξαιρετικές ιδιότητες για τον ανθρώπινο εγκέφαλο και πως το αφέψημά του εξαφανίζει τις φακίδες.
Είναι ανθεκτικό φυτό στο κρύο και δε χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα. Μπορούμε να το φυτέψουμε με σπόρους σε κήπο ή σε παρτέρια, σε γόνιμο πάντα έδαφος, συνήθως τους ανοιξιάτικους μήνες. Είναι φυτό που χρειάζεται λίπανση αλλά και πολύ μεγάλη προσοχή, καθώς μπορεί να προσβληθεί από ασθένειες, έντομα και μύκητες.

 

Μαντζουράνα

  Πρόκειται για πολυετές φυτό που αγγίζει σε ύψος τα 40 εκατοστά. Έχει πολλούς, λεπτούς και σκληρούς βλαστούς με μικρά, ωοειδή, μαλακά, γκριζοπράσινα και χνουδωτά φύλλα. Καλλιεργείται σαν καλλωπιστικό φυτό σε γλάστρες, κήπους και παρτέρια. Δεν αντέχει το κρύο και την ξηρασία και προτιμά τα πλούσια και με καλή αποστράγγιση εδάφη. Χρειάζεται λίπανση τον χειμώνα και έχει ανάγκη από ήλιο. Πολλαπλασιάζεται είτε με σπόρο που τον φυτεύουμε τον Αύγουστο και μεταφυτεύουμε τα νεαρά φυτά τον Νοέμβριο, είτε με παραφυάδες την άνοιξη ή το φθινόπωρο.
Τα φύλλα της χρησιμοποιούνται στην μαγειρική, φρέσκα ή αποξηραμένα. Θεωρείται ως φάρμακο για τις κεφαλαλγίες ενώ είναι και άριστο αντισηπτικό, σπασμολυτικό και αντινευραλγικό.

 

Ρίγανη

  Η κοινή ρίγανη είναι ένα αρωματικό φυτό που φτάνει σε ύψος τα 50 εκατοστά. Πρόκειται για ένα φυτό που συναντάτε σε όλα τα πέτρινα, άγρια τοπία, αλλά μπορεί να καλλιεργηθεί και σε κήπους με ξηρό ασβεστολιθικό έδαφος.
Πολλαπλασιάζεται με σπόρο, μοσχεύματα ή παραφυάδες. Είναι ανθεκτικό φυτό χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις και είναι χρήσιμο όταν το φυτό είναι ανθισμένο αφού χρησιμοποιούμε τους βλαστούς και τα φύλλα ως άρτυμα.
Από Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο μαζεύουμε την ρίγανη και αφήνουμε τα κομμένα φυτά να ξεραθούν σε σκιερό μέρος. Μετά από τρίψιμο και φύσημα για να φύγουν τυχών λεπτά ξυλάκια, την φυλάμε σε γυάλινα βάζα και την χρησιμοποιούμε σαν άρτυμα σε σαλάτες και φαγητά. Βράζοντάς την και πίνοντάς την σαν αφέψημα είναι άριστο τονωτικό, διουρητικό και βοηθάει στην πέψη. Ανακουφίζει στους κολικούς, και θεωρείται πως θεραπεύει την ψωρίαση, την επιληψία, την τερηδόνα και βοηθάει στο φύτρωμα των μαλλιών.

 

Φασκόμηλο

  Το φασκόμηλο είναι πολυετές μικρός θάμνος με γκριζοπράσινα φύλλα και όμορφα μικρά βιολετιά άνθη. Εξαπλώνεται εύκολα και μπορεί να φτάσει τα 60 εκατοστά.
Ευδοκιμεί σε ασβεστούχα εδάφη με καλή αποστράγγιση και έχει ανάγκη από ήλιο. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο που σπέρνουμε την άνοιξη και το φθινόπωρο και με παραφυάδες και μοσχεύματα. Καλλιεργείται και σαν καλλωπιστικό.
Συλλέγουμε τους βλαστούς την άνοιξη πριν την άνθηση και τους ξηραίνουμε στην σκιά.
Χρησιμοποιείτε στη μαγειρική και πίνετε σαν αφέψημα ζεστό ή κρύο. Είναι ιδανικό για περιπτώσεις κρυολογήματος, φαρυγγίτιδας, βραχνιάσματος, είναι αντιβηχικό διουρητικό, αντιαιμορραγικό, και βοηθάει στις εντερικές παθήσεις, στην αδυναμία και στην πτώση των μαλλιών.
Και μην ξεχνάτε πως το πρώτο φαρμακείο είναι η φύση.




Δενδρολίβανο (Rosmarinus)



Εισαγωγή
  Το δεντρολίβανο ή ροζμαρί και δυοσμαρίνι ήταν γνωστό στους αρχαίους Έλληνες, όπως δε αναφέρουν ο Διοσκουρίδης και Οβίδιος, το χρησιμοποιούσαν ως αρωματικό. Επίσης μαζί με τη μυρτιά και τη δάφνη κατασκεύαζαν ανθοδέσμες ή στεφάνια που στεφάνωναν τους νικητές. Εξάλλου, το χρησιμοποιούσαν σε εύθυμες γιορτές και επιτάφιες πομπές, ενώ στο Μεσαίωνα το συναντάμε στις μυθολογικές αναπαραστάσεις και στα τραγούδια. Γνωστό ήταν και στους Αιγυπτίους, Ρωμαίους και Άραβες οι οποίοι το καλλιεργούσαν.
  Είναι φυτό που αυτοφύεται ή καλλιεργείται στις παραμεσόγειες χώρες. Στην Ελλάδα αυτοφύεται σε μεγάλη σχετικά έκταση στην περιοχή Χάλια της Βοιωτίας και σε άλλες περιοχές, ενώ καλλιεργείται σαν καλλωπιστικό σε πάρκα και κήπους σπιτιών και εκκλησιών σε όλα τα διαμερίσματα.
  Επίσης καλλιεργείται σε μικρή έκταση και για πειραματικούς σκοπούς στους νομούς Ροδόπης και Θεσσαλονίκης.
  Χρησιμοποιούνται τα φύλλα και τα άνθη του ως άρτυμα (καρύκευμα) σε πολλά φαγητά. Έχει επίσης φαρμακευτικές ιδιότητες και στη λαϊκή φαρμακολογία αναφέρεται ως τονωτικό, σπασμολυτικό, χωνευτικό, χολαγωγό, εμμηναγωγό, εκτρωτικό, αντιρευματικό κ.λπ. Οι πολύ μεγάλες δόσεις προκαλούν δηλητηριάσεις και μερικές φορές το θάνατο.
  Το δεντρολίβανο είναι τέλος πολύ καλό μελισσοτροφικό φυτό. Το αιθέριο έλαιό του χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, σαπωνοποιία και φαρμακευτική.


Ταξινόμηση - περιγραφή του φυτού
Είναι αιεθαλής μικρός θάμνος που ανήκει στην οικογένεια των χειλανθών (Lamiaceae) Rosmarinus officinalis. Φθάνει σε ύψος 0,50 – 1 μέτρο ή και περισσότερο.
  Είναι πολύκλαδο και πυκνόφυλλο φυτό. Έχει φύλλα δερματώδη, γραμμοειδή, άμισχα με χρώμα σταχτοπράσινο.
  Τα άνθη του είναι ασπρογάλαζα ή ασπριδερά χωρίς ποδίσκο και πολλά μαζί στις μασχάλες των φύλλων.


Εδαφοκλιματικές συνθήκες
  Το δεντρολίβανο ευδοκιμεί σε περιοχές τόσο με ήπιο και θερμό, όσο και ψυχρό κλίμα. Ως προς το υψόμετρο αναπτύσσεται σε πεδινές αλλά και ορεινές περιοχές. Σε δοκιμαστική καλλιέργεια που έγινε σε περιοχή που βρίσκεται στα 600 μέτρα αναπτύχθηκε πολύ καλά.
  Ως κατάλληλα εδάφη θεωρούνται όλα σχεδόν εκτός από τα πολύ βαριά που δεν αποστραγγίζονται καλά.
  Σχετικά με το Ph και την περιεκτικότητα των εδαφών σε ασβέστιο, παρατηρήθηκε ότι το δεντρολίβανο αναπτύσσεται κανονικά σε εδάφη με χαμηλό Ph (5,5) και μη ασβεστούχα, ενώ ευνοείται το από το μεγάλο Ph = 7 και τη μεγάλη περιεκτικότητα σε ασβέστιο.
  Το δεντρολίβανο ευδοκιμεί τόσο σε ποτιστικά, όσο και σε ξηρικά χωράφια.
  
Πολλαπλασιασμός
Το δενδρολίβανο πολλαπλασιάζεται με:
  • σπόρους,
  • μοσχεύματα,
  • καταβολάδες ή με
  • διαίρεση των ριζών.
  • Ο πολλαπλασιασμός με σπόρο είναι εφικτός πλην όμως χρονοβόρος.
    Ο πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα προτιμάται. Μοσχεύματα μήκους 10-15 εκ. λαμβάνονται από βλαστούς μητρικής φυτείας, στα οποία αφαιρούνται τα 2/3 των φύλλων και στην συνέχεια κατά το ήμισυ έως τα δύο τρίτα του μήκους τους, φυτεύονται σε κατάλληλο υπόστρωμα στο ριζωτήριο.
    Ορμόνη ριζοβολίας σε συνδυασμό με τις κατάλληλες συνθήκες ριζωτηρίου θα βοηθήσει στον σχηματισμό ρίζας σε 2 – 4 εβδομάδες.
 

Εποχή και τρόπος φυτεύσεως
  Πριν από τη φύτευσή τους αφαιρούνται όλα τα φύλλα εκτός από εκείνα της κορυφής. Η φύτευση μπορεί να γίνει όλο το χρόνο και ανάλογα με την εποχή, ο χρόνος που χρειάζεται να ριζοβολήσουν, κυμαίνεται από 2 έως 4 μήνες.
  Καλύτερη πάντως εποχή είναι η άνοιξη. Τα μοσχεύματα που ριζοβολούν φυτεύονται στο χωράφι τον Οκτώβριο–Νοέμβριο ή τον Φεβρουάριο–Μάρτιο.
  Εκτός από τα έρριζα μοσχεύματα χρησιμοποιούνται και παραφυάδες που φυτεύονται κι αυτές στο χωράφι την ίδια εποχή.
  Το δεντρολίβανο στα ξηρικά χωράφια φυτεύεται σε γραμμές που απέχουν 1 περίπου μέτρο και η απόσταση σε αυτές των φυτών είναι 0,60 – 0,80 μέτρα, ενώ στα ποτιστικά οι αποστάσεις αυτές είναι μεγαλύτερες.
  Η φύτευση γίνεται με το χέρι σε μικρούς λάκκους ή με φυτευτήρια. Επίσης με καπνοφυτευτικές μηχανές.


Καλλιεργητικές φροντίδες
  Πριν από τη φύτευση των μοσχευμάτων το χωράφι πρέπει να οργώνεται βαθιά και να καθαρίζεται από τις πέτρες και άλλα ξένα αντικείμενα (ρίζες, κ.λπ.).
  Τον πρώτο και δεύτερο χρόνο η φυτεία πρέπει να απαλλάσσεται από τα ζιζάνια.
Αυτό γίνεται με σκαλίσματα και ζιζανιοκτόνα. Καλύτερα αποτελέσματα δίνουν τα σκαλίσματα, γιατί διευκολύνουν την ανάπτυξη των φυτών.
  Από τον τρίτο και μετά χρόνο τα φυτά αναπτύσσονται πολύ και σχεδόν καλύπτουν όλη την επιφάνεια του χωραφιού με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται μόνο λίγα ζιζάνια, που τα ξεβοτανίζουμε με το χέρι.
  Σαν ζιζανιοκτόνα δοκιμάστηκαν τα lenacil, prometryne και simazine, χωρίς όμως να βγουν ακόμα οριστικά συμπεράσματα.
Σε περιοχές όπου υπάρχει νερό καλό είναι η φυτεία να ποτίζεται 3-4 φορές το καλοκαίρι. 


Συλλογή και απόδοση
  Το δεντρολίβανο όπως και όλα σχεδόν τα αρωματικά φυτά πρέπει να συλλέγονται όταν βρίσκονται στην άνθηση.
  Επειδή όμως ανθίζει σχεδόν όλο το χρόνο, η συλλογή μπορεί να γίνει όλους τους μήνες, αρκεί να υπάρχει η δυνατότητα ξηράνσεώς του.
  Η καλύτερη πάντως εποχή είναι οι μήνες Μάιος – Ιούνιος και Ιούλιος.
  Τον πρώτο χρόνο η παραγωγή είναι πολύ μικρή και για αυτό δεν γίνεται συλλογή. Το δεύτερο χρόνο αυξάνεται και είναι σχεδόν η μισή από την πλήρη απόδοση που φτάνει το φυτό στον τρίτο χρόνο. Η μέση στρεμματική απόδοση σε χλωρό βάρος είναι 1.500, 2.000 κιλά.
  Η σχέση ξηρού προς χλωρό είναι 35%, ενώ οι βλαστοί είναι 47,5% και φύλλα 52,5%. Η παραγωγή ξηρών φύλλων ανέρχεται σε 260-350 κιλά στο στρέμμα.
  Η συλλογή γίνεται με δρεπάνια ή άλλα κοφτερά εργαλεία (σαρακάκια, κατσουνίτες κ.λπ.).
  Αμέσως οι χλωροί βλαστοί μεταφέρονται σε υπόστεγα, για να ξηραθούν ώστε να διατηρηθεί το πράσινο χρώμα των φύλλων που αφαιρούνται από αυτούς με τα χέρια.
  Το ξηρό προϊόν πρέπει να αποθηκεύεται σε ξηρές και δροσερές αποθήκες μέχρις ότου διατεθεί στο εμπόριο.


Ασθένειες – ζωικοί εχθροί
  Το δεντρολίβανο όπως και όλα σχεδόν τα αρωματικά φυτά πρέπει να συλλέγονται όταν βρίσκονται στην άνθηση. Επειδή όμως ανθίζει σχεδόν όλο το χρόνο, η συλλογή μπορεί να γίνει όλους τους μήνες, αρκεί να υπάρχει η δυνατότητα ξηράνσεώς του.
  Η καλύτερη πάντως εποχή είναι οι μήνες Μάιος – Ιούνιος και Ιούλιος.
  Τον πρώτο χρόνο η παραγωγή είναι πολύ μικρή και για αυτό δεν γίνεται συλλογή. Το δεύτερο χρόνο αυξάνεται και είναι σχεδόν η μισή από την πλήρη απόδοση που φτάνει το φυτό στον τρίτο χρόνο.
  Η μέση στρεμματική απόδοση σε χλωρό βάρος είναι 1.500, 2.000 κιλά. Η σχέση ξηρού προς χλωρό είναι 35%, ενώ οι βλαστοί είναι 47,5% και φύλλα 52,5%. Η παραγωγή ξηρών φύλλων ανέρχεται σε 260-350 κιλά στο στρέμμα.
  Η συλλογή γίνεται με δρεπάνια ή άλλα κοφτερά εργαλεία (σαρακάκια, κατσουνίτες κ.λπ.). Αμέσως οι χλωροί βλαστοί μεταφέρονται σε υπόστεγα, για να ξηραθούν ώστε να διατηρηθεί το πράσινο χρώμα των φύλλων που αφαιρούνται από αυτούς με τα χέρια.
  Το ξηρό προϊόν πρέπει να αποθηκεύεται σε ξηρές και δροσερές αποθήκες μέχρις ότου διατεθεί στο εμπόριο.


Θυμάρι (Thymus vulgaris L)

http://www.giantsakiplants.gr/Fyta/EksoterikouXorou/7Aromat/thymari.php
 
Εισαγωγή
  Υπάρχουν αρκετά είδη θυμαριού που αυτοφύονται τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλα μέρη του κόσμου.
Από τα πιο γνωστά είναι το Thymus capitatus Hoff. et Link. (θυμάρι το κεφαλωτό), που αυτοφύεται σε πολλές περιοχές της χώρας μας όπου αποτελεί μεγάλες πυκνές και αμιγής σχεδόν συστάδες.
  Άλλο επίσης γνωστό είδος είναι το Thymus serpyllum. (θυμάρι το έρπυλλο) που οι βλαστοί του έρπουν και βρίσκεται σε ορεινές κυρίως περιοχές εκτός από τα αυτοφυή θυμάρια υπάρχει ένα είδος που καλλιεργείται. Πρόκειται για το Thymus vulgaris L. (θυμάρι το κοινό) που στην Ελλάδα καλλιεργείται σε πολύ μικρή έκταση
  Ότι λοιπόν θα αναφερθούν στη συνέχεια για την καλλιέργεια θα αφορούν σε αυτό το είδος, ενώ θα μπορούν με κάποια μικρή παραλλαγή να εφαρμοσθούν και στα αυτοφυή θυμάρια που η καλλιέργειά τους είναι εύκολη.
  Το θυμάρι ήταν γνωστό στην αρχαιότητα. Το αναφέρει ο Διοσκουρίδης ενώ καθιερώθηκε σαν φάρμακο των 16ο αιώνα.
  Σήμερα το θυμάρι καλλιεργείται σε διάφορες ευρωπαϊκές και άλλες χώρες τόσο για τις αρωματικές όσο και για τις φαρμακευτικές ιδιότητές τους.
Ειδικότερα χρησιμοποιείται η ξηρή δρόγη, ή το αιθέριο έλαιό του στη βιομηχανία τροφίμων, στα οποία προσδίδει καλύτερο άρωμα, γεύση και εμφάνιση. Στη φαρμακευτική χρησιμοποιείται σαν αντισηπτικό, γιατί περιέχει θυμόλη που έχει ισχυρές αντισηπτικές ιδιότητες.
  Αναφέρεται επίσης ότι είναι αποσμητικό, ανθελμινθικό, τονωτικό, αντισπασμωδικό, χωνευτικό και εμμηναγωγό. Η δρόγη του χρησιμοποιείται σαν ρόφημα κυρίως όταν αναμιχθεί με μέντα και φασκόμηλο ή άλλα αρωματικά φυτά. Τέλος όλα τα είδη θυμαριού είναι πολύ καλά μελισσοκομικά φυτά.
  Το αιθέριο έλαιο έχει ωραίο άρωμα και για αυτό χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία.


Ταξινόμηση - περιγραφή του φυτού
Σαν θυμάρι αναφέρεται από το λαό κυρίως Thymus capitatus Hoff. et Link., ενώ όπως ήδη αναφέραμε, αυτό που καλλιεργείται είναι το Thymus vulgaris L. (θυμάρι το κοινό) που ανήκει στην οικογένεια των χειλανθών (Lamiaceae).
  Το θυμάρι αυτό είναι μικρός θάμνος με τετραγωνικούς βλαστούς και ύψος 20-40 εκατοστά.
  Έχει φύλλα μικρά άμισχα, αντίθετα, ωοειδή, με χρώμα γκριζωπό.
  Τα άνθη του είναι μικρά ρόδινα ή ερυθροϊώδη, μερικές φορές άσπρα και βρίσκονται σε ταξιανθίες που σχηματίζουν κόρυμβο.


Εδαφοκλιματικές συνθήκες
  Το θυμάρι ευδοκιμεί τόσο σε θερμές όσο και σε ψυχρές περιοχές, με προτίμηση τις ημιορεινές.
  Αναπτύσσεται καλά σε ξηρικές εκτάσεις, ενώ σε  ποτιστικές δίνει μεγαλύτερη παραγωγή, αλλά προϊόν κατώτερης ποιότητας.
  Ως προς τα εδάφη δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις, ενώ τα πιο καλά είναι τα μέσης συστάσεως, ασβεστούχα και χαλικώδη.
  Ακατάλληλα θεωρούνται τα εδάφη που έχουν πολλή υγρασία.


Πολλαπλασιασμός
  Το θυμάρι πολλαπλασιάζεται με τους εξής τρόπους:
  Με σπόρο
Ο σπόρος που είναι πολύ μικρός (σε ένα γραμμάριο περιέχονται 3000 περίπου σπόροι) σπέρνεται σε σπορεία όπως ο καπνός. Η καλύτερη εποχή για τη δημιουργία του σπορείου είναι οι αρχές Αυγούστου. Έτσι μπορούμε να έχουμε φυτά για μεταφύτευση τον Οκτώβριο – Νοέμβριο. Σπορεία επίσης μπορούν να γίνουν και το φθινόπωρο (Οκτώβριο) ή την άνοιξη (Φεβρουάριο – Μάρτιο). Από τα πρώτα θα πάρουμε φυτά που θα μεταφυτευτούν την άνοιξη, ενώ η μεταφύτευση των φυτών από τα δεύτερα θα γίνει αργά την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Το σπορείο του Αυγούστου πρέπει να σκεπάζεται με φρύγανα ή άχυρο μέχρι να φυτρώσει ο σπόρος και να μεγαλώσουν λίγο τα φυτάρια. Γενικά στα σπορεία πρέπει να γίνονται συχνά ποτίσματα και βοτανίσματα. Ο τρόπος αυτός είναι πολύ καλός αλλά δαπανηρός.
Με παραφυάδες
  Είναι κι αυτός πολύ καλός τρόπος. Τις παραφυάδες τις παίρνουμε από τα φυτά που επιλέγουμε από παλιές φυτείες.
  Το ξερίζωμα των φυτών γίνεται το φθινόπωρο ή την άνοιξη και γρήγορα οι παραφυάδες φυτεύονται στο χωράφι, όπως και τα φυτά των σπορείων. Από κάθε φυτό μπορούμε να πάρουμε 10-20 παραφυάδες.
 Με μοσχεύματα
  Οι βλαστοί του θυμαριού ριζοβολούν όταν τους βάζουμε σε μίγμα από χώμα και άμμο (1:1). Ο τρόπος αυτός είναι δύσκολος και δαπανηρός για αυτό εφαρμόζεται σε πειραματικές εργασίες.


Εποχή και τρόπος φυτεύσεως
  Η καλύτερη εποχή για τη φύτευση του θυμαριού είναι το φθινόπωρο. Μπορεί όμως να φυτευτεί και την άνοιξη.
  Η φύτευση τόσο των φυτών του σπορείου όσο και των παραφυάδων γίνεται με το χέρι σε γραμμές όταν η έκταση είναι μικρή.
  Για μεγάλες εκτάσεις χρησιμοποιούνται καπνοφυτευτικές μηχανές.
Η απόσταση μεταξύ των γραμμών είναι 50-60 εκατοστά, ενώ τα φυτά πάνω στην ίδια γραμμή απέχουν 30-40 εκατοστά.


Διάρκεια καλλιέργειας
  Το θυμάρι σαν πολυετές φυτό που είναι, όταν βρεθεί στις κατάλληλες εδαφοκλιματικές συνθήκες και γίνουν όλες οι καλλιεργητικές εργασίες, διατηρείται στο ίδιο χωράφι 7-8 ή και περισσότερα χρόνια.
 

Καλλιεργητικές φροντίδες
  Λίπανση : Προτιμά εδάφη ελαφρά, αμμώδη, προσήλια και στραγγιζόμενα, με εύρος pH 6-8.
  Δεν προσαρμόζεται καλά σε βαριά υγρά εδάφη. Ετήσια λίπανση με 5-5-8 μονάδες N-P-K απαιτείται για αυξημένες αποδόσεις, χρήση κοπριάς ή εγκεκριμένων σκευασμάτων για βιολογικές καλλιέργειες.
  Άρδευση : Αν και είναι δυνατόν να καλλιεργηθεί ξηρικό, οι αποδόσεις αυξάνονται όταν υπάρχει η απαραίτητη υγρασία στο έδαφος.
  Ανάλογα με την περιοχή, άρδευση σε περιπτώσεις ανομβρίας συντελεί σε αύξηση παραγωγής


Συλλογή και απόδοση
  Η καλύτερη εποχή για τη συλλογή του θυμαριού είναι όταν βρίσκεται σε πλήρη άνθιση (Ιούνιο).
  Η κοπή γίνεται με χορτοκοπτική μηχανή, τα δε φυτά, εφόσον πρόκειται να αποσταχθούν μεταφέρονται ύστερα από λίγες ώρες στο αποστακτικό συγκρότημα. Αν όμως πρόκειται να ξηραθούν, τότε αμέσως μετά την κοπή συγκεντρώνονται με χορτοσυλλέκτη σε μικρούς σωρούς όπου παραμένουν 2-3 μέρες.
  Από εκεί μεταφέρονται ξηρά στην αποθήκη.
Συνήθως γίνεται μια συλλογή το χρόνο, η δε απόδοση στο στρέμμα σε χλωρό χόρτο ανέρχεται σε 700 – 800 κιλά και σε ξηρό σε 200 περίπου κιλά.
  Σε περιπτώσεις που γίνεται και δεύτερη κοπή (Αύγουστο) η απόδοση αυξάνει κατά 30-40% περίπου.


Ασθένειες – ζωικοί εχθροί
 Το θυμάρι συνήθως δεν προσβάλλεται από έντομα καθότι το πτητικό έλαιο του λειτουργεί απωθητικά.
  Ωστόσο έχουν παρατηρηθεί προσβολές από αλευρώδεις και τετράνυχο.
  Οι υποψήφιοι παραγωγοί που θα ασχοληθούν με την συγκεκριμένη καλλιέργεια και προκειμένου να παράγουν ποιοτικό προϊόν, για την αντιμετώπιση των εχθρών, θα πρέπει να επιλέγουν φυσικές μεθόδους καταπολέμησης των επιβλαβών εντόμων εφαρμόζοντας ορθές γεωργικές πρακτικές.
  Είναι απαραίτητο να τηρούν ένα πρόγραμμα διαχείρισης για την αντιμετώπιση τους, με τακτική ανίχνευση της καλλιέργειας τους και να υιοθετούν την χρήση βιολογικών μεθόδων και σκευασμάτων, με φερομόνες και εξαπόλυση φυσικών θηρευτών, εκχυλίσματα φυτών κ.α.



Ρίγανη - Origanum


Εισαγωγή
    Η ρίγανη (Ορίγανο) είναι γνωστή από την αρχαιότητα σαν αρτυματικό φυτό (μπαχαρικό). Το όνομα προέρχεται από τις λέξεις όρος και γάνος (λαμπρότητα) και σημαίνει το φυτό που λαμπρύνει το βουνό. Από την Ομηρική εποχή επικράτησε να λέγεται οριγανίων εκείνος που έτρωγε ρίγανη.
  Ο πατέρας της Ιατρικής Ιπποκράτης (5ος αιώνας π.Χ.) χρησιμοποιούσε τη ρίγανη για την θεραπεία της γαστραλγίας, παθήσεων του αναπνευστικού συστήματος κ.α. Πολλά αναφέρουν για αυτό ο Θεόφραστος (372-287 π.Χ) στο βιβλίο του «Περί φυτών ιστορίαι» και ο Διοσκουρίδης (1ος αιώνας μ.Χ.) στο έργο του «Περί ύλης ιατρικής».
  Εξάλλου η αρχαίοι τοποθετούσαν στους τάφους φυτά ρίγανης γιατί πίστευαν ότι ο νεκρός κοιμάται ήσυχα. Επίσης στις γαμήλιες τελετές τα νεαρά ζευγάρια στεφανώνονταν με φυτά μαντζουράνας που είναι ένα από τα είδη «Οριγάνου» γιατί πίστευαν ότι αυτά αναπτύχθηκαν από την Αφροδίτη που όταν τα άγγιξε πήραν το άρωμά της.
  Η παράδοση της χρησιμοποιήσεως της ρίγανης για θεραπευτικούς σκοπούς συνεχίστηκε αργότερα και έφτασε μέχρι την εποχή μας. Έτσι ο πατέρας της «ερμητικής» ιατρικής Παράκελσος (1493 – 1541) την χρησιμοποίησε για την θεραπεία διαφόρων παθήσεων, ενώ ο λαός μας την θεωρεί σαν φυτό τονωτικό, ευστόμαχο, διεγερτικό, διουρητικό, καθαρτικό, εμμηναγωγό και ανθελμινθικό. Επίσης αναφέρεται σαν φάρμακο για την ψωρίαση, την επιληψία, την τερηδόνα, τους κολικούς, καθώς και για το φύτρωμα των μαλλιών.
  Η παραπάνω θεραπευτικές ιδιότητες αποδίδονται στις πολυφαινυλικές ενώσεις, στις πικραντικές ουσίες και στο αιθέριο έλαιο που περιέχει η ρίγανη. Το τελευταίο (ριγανέλαιο) λαμβάνεται με απόσταξη και χρησιμοποιείται εκτός από την φαρμακευτική και στην αρωματοποιία και τις βιομηχανίες τροφίμων. Το αποξηραμένο υπέργειο τμήμα της (φύλλα και άνθη) χρησιμοποιείται κυρίως σαν άρτυμα και σε μερικές περιπτώσεις για τον αρωματισμό της μπύρας και σάλτσας ορισμένων φαγητών.
  Η ρίγανη αυτοφύεται σε διάφορα μέρη της εύκρατης Ασίας, βόρειας Αφρικής, και Ευρώπης (κυρίως παραμεσόγειες χώρες). Στη χώρα μας αυτοφύεται σε όλα σχεδόν τα μέρη και κυρίως στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Επίσης καλλιεργείται στους νομούς Καρδίτσας, Τρικάλων, Θεσσαλονίκης και Ροδόπης Η ελληνική ρίγανη θεωρείται σαν η καλύτερη του κόσμου.


Ταξινόμηση - περιγραφή του φυτού
  Η ρίγανη είναι πολυετής πόα που ανήκει στην οικογένεια των χειλανθών (Lamiaceae) και στο γένος Origanum, περιλαμβάνει τα παρακάτω επτά γνωστά της ελληνικής χλωρίδας είδη:
  Origanum heracleoticum L., O. Hirtum Link., O. Parviflotum Urv. κ. ρίγανη στην Κύπρο ρύανο, ρούανο και ρούβανο. Ποικιλόμορφο είδος που απαντάται σε ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα. Έχει βλαστό πολύκλαδο, όρθιο, τριχωτό, ύψους 30 – 80 εκατοστών. Συλλέγεται από όλα τα μέρη της χώρας μας και αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της ρίγανης που εξάγεται.
  Origanum onites L., Majorana onites Benth,κ. ρίγανη. Έχει βλαστό σχεδόν απλό, όρθιο, τριχωτό, ύψους 20 – 40 εκατοστά. Βρίσκεται σε ψηλά μέρη στην αττική, Αργολιδοκορινθία, Κρήτη και νησιά του Αιγαίου, όπου συλλέγονται αρκετές ποσότητες σαν «νησιώτικη ρίγανη» 


Εδαφοκλιματικές συνθήκες
  Όλα τα αυτοφυή της ρίγανης που αναφέραμε παραπάνω αναπτύσσονται σε ποικίλες κλιματικές συνθήκες. Έτσι η ρίγανη βρίσκεται τόσο στην ηπειρωτική, όσο και την νησιωτική Ελλάδα, από τις παραθαλάσσιες μέχρι και τις ορεινές περιοχές. Αυτό δείχνει ότι αντέχει πολύ στο κρύο. Τον χειμώνα καταστρέφεται το υπέργειο τμήμα της, ενώ το υπόγειο διατηρείται και ξαναβλαστάνει την άνοιξη.
  Εξάλλου αντέχει και στην ξηρασία αφού αναπτύσσεται σε ξηρούς τόπους. Για την καλλιέργειές της πρέπει να προτιμηθούν ασβεστολιθικές ημιορεινές κυρίως περιοχές με δροσερό καλοκαίρι, τα δε χωράφια να μην έχουν πολυετή ζιζάνια (αγριάδα, κ.λπ.).
 


Πολλαπλασιασμός
    Όλα τα είδη της ρίγανης πολλαπλασιάζονται τόσο εγγενώς (με σπόρο) όσο και αγενώς (με μοσχεύματα ή παραφυάδες), ως εξής:
Με σπόρο
  Σπέρνεται σε σπορεία όπως ο καπνός κλπ. Η καλύτερη εποχή για τη δημιουργία των σπορείων είναι οι αρχές Αυγούστου. Έτσι μπορούμε να έχουμε φυτά για μεταφύτευση τον Οκτώβριο – Νοέμβριο. Σπορεία
επίσης μπορούν να γίνουν και το φθινόπωρο (Οκτώβριο) ή άνοιξη (Φεβρουάριο – Μάιο). Από τα πρώτα θα πάρουμε φυτά που θα μεταφυτευτούν την άνοιξη, ενώ η μεταφύτευση των φυτών που θα παρθούν από τα δεύτερα θα μεταφυτευτούν αργά την άνοιξη (Μάιο) ή το φθινόπωρο. Η ποσότητα του σπόρου που χρειάζεται για ένα τετραγωνικό μέτρο σπορείου φτάνει τα 10-15 γραμμάρια και η έκταση του σπορείου που χρειάζεται για να φυτευτεί ένα στρέμμα χωραφιού είναι περίπου 7-8 τετραγωνικά μέτρα. Επειδή ο σπόρος της ρίγανης είναι πολύ μικρός για να σπαρθεί κανονικά πρέπει να ανακατεύεται με άμμο. Το σπορείο, ιδίως αυτό που γίνεται τον Αύγουστο, πρέπει να ποτίζεται συχνά για να διατηρείται πάντοτε λίγο υγρό. Καλό επίσης είναι να το σκεπάζουμε με ξηρά χόρτα ώστε να διατηρείται δροσερό. Κάνουμε συχνά βοτανίσματα για να αναπτυχθούν καλά τα φυτά της ρίγανης.
  Ένας άλλος τρόπος που δοκιμάστηκε στο τμήμα Αρωματικών φυτών με επιτυχία είναι ο εξής:
Το μέρος όπου θα σπείρουμε το σπόρο διαμορφώνεται σε βραγιές (αλέες) με υπερυψωμένα τα γύρω τοιχώματα ώστε να συγκρατείται το νερό. Την εποχή της σποράς οι βραγιές αυτές γεμίζονται με νερό ύψους 5 περίπου εκατοστών και αμέσως σκορπίζουμε ομοιόμορφα την ανάλογη ποσότητα του σπόρου. Όταν κατασταλάξει το νερό ο σπόρος επικάθεται στην επιφάνεια της βραγιάς και σκεπάζεται με ψιλοχωματισμένο χώμα ή κοπριά.
Σε αυτήν την κατάσταση παραμένει μέχρις ότου φυτρώσει, πράγμα που γίνεται μέσα σε μια εβδομάδα. Με τον τρόπο αυτόν αποφεύγεται το σκέπασμα των σπορείων καθώς και το συχνό πότισμα μέχρις ότου φυτρώσει ο σπόρος, οπότε γίνονται όλες οι άλλες εργασίες που αναφέρονται στον προηγούμενο τρόπο (βοτανίσματα, ποτίσματα κλπ.)
Με μοσχεύματα
  Είναι τμήματα βλαστών μήκους 8-10 εκατοστών που λαμβάνονται από τα φυτά σε όλη τη διάρκεια της βλαστήσεώς τους και ιδίως τον Απρίλιο – Μάιο. Τα μοσχεύματα τα βάζουμε για να ριζοβολήσουν σε μίγμα από χώμα και άμμο (1:1). Η ριζοβολία ανάλογα με τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος διαρκεί 30-40 μέρες. Ο τρόπος αυτός εφαρμόζεται κυρίως σε βελτιωτικές εργασίες.
Με παραφυάδες
  Όλα τα είδη της ρίγανης αναπτύσσουν πολλούς βλαστούς και πλούσιο ριζικό σύστημα. Έτσι ένα φυτό που ξεριζώνεται μετά το δεύτερο χρόνο δίνει αρκετές παραφυάδες (βλαστοί με λίγες ρίζες στη βάση).
  Το ξερίζωμα γίνεται το φθινόπωρο ή την άνοιξη και αμέσως η παραφυάδες φυτεύονται στο χωράφι, όπως και τα φυτά των σπορείων. Καλό είναι να μη ξεριζώνονται ολόκληρα τα φυτά αλλά μόνο ένα μέρος, ώστε το υπόλοιπο να παραμένει στην αρχική θέση και να διατηρείται έτσι το φυτό.



Εποχή και τρόπος φυτεύσεως
  Η ρίγανη μπορεί να φυτευτεί τόσο το φθινόπωρο (Οκτώβριο–Νοέμβριο) όσο και την άνοιξη (Φεβρουάριο – Μάρτιο).
  Η καλύτερη εποχή είναι το φθινόπωρο μετά τις πρώτες βροχές. Η φύτευση είναι απλή και γίνεται με το χέρι σε γραμμές ή καπνοφυτευτικές μηχανές που χρησιμοποιούνται σε μεγάλες εκτάσεις.
  Η απόσταση μεταξύ των γραμμών είναι 50-60 εκατοστά, ενώ τα φυτά επάνω στην ίδια γραμμή απέχουν 30-40 εκατοστά



Kαλλιέργεια
  Όταν η ρίγανη βρεθεί σε κατάλληλες εδαφοκλιματικές συνθήκες και γίνουν όλες οι παρακάτω καλλιεργητικές φροντίδες διατηρείται στο ίδιο χωράφι 8-10 ή και περισσότερα χρόνια.
  Η ρίγανη σαν ξηρική καλλιέργεια δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις. Η πιο απαραίτητες καλλιεργητικές φροντίδες είναι οι εξής:
Προετοιμασία του χωραφιού
  Το καλοκαίρι γίνεται ένα βαθύ όργωμα και λίγο πριν από τη φύτευση ένα άλλο ελαφρότερο που το ακολουθεί δισκοσβάρνισμα για να σκεπάσει το λίπασμα, να καταστρέψει τα ζιζάνια και να διευκολύνει το φύτευμα ιδίως όταν γίνεται με φυτευτικές μηχανές.



Καλλιεργητικές φροντίδες
  Όταν η ρίγανη βρεθεί σε κατάλληλες εδαφοκλιματικές συνθήκες και γίνουν όλες οι παρακάτω καλλιεργητικές φροντίδες διατηρείται στο ίδιο χωράφι 8-10 ή και περισσότερα χρόνια.
   Η ρίγανη σαν ξηρική καλλιέργεια δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις. Η πιο απαραίτητες καλλιεργητικές φροντίδες είναι οι εξής:
Προετοιμασία του χωραφιού
  Το καλοκαίρι γίνεται ένα βαθύ όργωμα και λίγο πριν από τη φύτευση ένα άλλο ελαφρότερο που το ακολουθεί δισκοσβάρνισμα για να σκεπάσει το λίπασμα, να καταστρέψει τα ζιζάνια και να διευκολύνει το φύτευμα ιδίως όταν γίνεται με φυτευτικές μηχανές.



Συλλογή και απόδοση
  Συλλογή
  Η συλλογή της αυτοφυούς ρίγανης γίνεται από τους χωρικούς κατά το στάδιο της ανθήσεως, η δε εποχή της ποικίλει ανάλογα με το κλίμα και το υψόμετρο της περιοχής. Έτσι στις νησιωτικές και παραθαλάσσιες περιοχές τον Ιούλιο και πολλές φορές συνεχίζεται και τον Αύγουστο. Η ποσότητα της ρίγανης που συλλέγεται τοποθετείται σε κατάλληλο (αλώνι) όπου αποξηραίνεται στον ήλιο.
  Μικροποσότητες επίσης αποξηραίνονται στη σκιά σε μικρά δεματάκια (μάτσα) που τα κρεμούν στις οροφές των υποστέγων, αποθηκών κλπ. Μετά την αποξήρανση γίνεται το τρίψιμο και το κοσκίνισμα με το οποίο απομακρύνονται όλα τα μεγάλα τεμάχια των βλαστών. Η χοντροκομμένη αυτή ρίγανη που απομένει είναι σχεδόν το 50% της αρχικής. Σε αυτήν την κατάσταση την πουλάνε οι συλλέκτες στους μεσάζοντες των εμπόρων–εξαγωγέων. Η τελική επεξεργασία γίνεται από τους εξαγωγείς οι οποίοι με ειδικά κόσκινα την καθαρίζουν και την κατατάσσουν σε τύπους όπως προβλέπει το σχετικό για τον ποιοτικό έλεγχο που αναφέρουμε πιο κάτω.
  Στην περίπτωση της καλλιεργούμενης ρίγανης η συλλογή γίνεται πάλι όταν τα φυτά βρίσκονται σε άνθηση. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται εργάτες με δρεπάνια ή κόσσες, ή για οικονομία χορτοκοπτικές μηχανές. Τον πρώτο χρόνο από τη φύτευση της ρίγανης η παραγωγή σε χοντροτριμμένο ξηρό προϊόν είναι πολύ μικρή, ιδίως όταν η ρίγανη φυτεύεται την άνοιξη (5-20 κιλά/στρέμμα). Το δεύτερο χρόνο η παραγωγή ανέρχεται σ 40-70, ενώ από τον τρίτο και μετά φτάνει τα 70-100 κιλά/στρέμμα χοντροτριμμένου προϊόντος.
Ξήρανση
  Ο τρόπος με τον οποίο η αυτοφυής ρίγανη αποξηραίνεται στα αλώνια έχει σαν αποτέλεσμα τον αποχρωματισμό των φυτών που έρχονται σε άμεση επαφή με τον ήλιο. Έτσι μειώνεται η ποιότητα και φυσικά η τιμή της. Για να έχουμε εκλεκτή ποιότητα η αποξήρανση πρέπει να γίνεται στη σκιά σε ειδικά υπόστεγα ή ακόμη σε σύγχρονα ξηραντήρια που λειτουργούν τελευταία και στη χώρα μας. Έτσι αμέσως μετά τη συλλογή η ρίγανη μεταφέρεται στις παραπάνω εγκαταστάσεις. Στα υπόστεγα στα οποία η ρίγανη τοποθετείται σε πάχος 15-20 εκατοστών και σχεδόν ανακατεύεται κάθε μέρα με δικράνια, η ξήρανση διαρκεί 4-5 μέρες, ενώ στα σύγχρονα ξηραντήρια μερικές ώρες.
Τρίψιμο
  Μετά την ξήρανση που γίνεται στα υπόστεγα ακολουθεί το τρίψιμο με «στούμπισμα» καθώς και κοσκίνισμα για την αφαίρεση των ξένων υλών (πέτρες κλπ.) και των τμημάτων των βλαστών. Καλύτερος τρόπος για το τρίψιμο είναι η χρησιμοποίηση μικρών μηχανών σαν τις παλιές μπατόζες που τις χρησιμοποιούσαν για τον αλωνισμό του σιταριού.
  Στα σύγχρονα αποξηραντήρια τόσο το τρίψιμο όσο και το κοσκίνισμα γίνονται συγχρόνως κατά τη διάρκεια της ξηράνσεως. Το τριμμένο προϊόν που παίρνουμε με οποιοδήποτε από τους παραπάνω τρόπους, το επεξεργάζονται πριν εξαχθεί σε ειδικά εργαστήρια-εργοστάσια. Ο πιο γρήγορος και φτηνός τρόπος είναι η χρησιμοποίηση θεριζοαλωνιστικών μηχανών που αλωνίζουν τη ρίγανη στο χωράφι όπου συγκεντρώνεται σε σωρούς μετά το κόψιμο και τη ξήρανση που γίνεται σε αυτό.
Συσκευασία – αποθήκευση
  Η τριμμένη ρίγανη όταν διατεθεί στους εμπόρους–εξαγωγείς τοποθετείται σε σάκους και αποθηκεύεται σε χώρους (αποθήκες, υπόστεγα κλπ.) που αερίζονται καλά. Η εξαγωγή μετά το τελικό κοσκίνισμα και τη διαλογή σε τύπους ανάλογα με το μέγεθος, την τοποθετούν σε σάκους. Εκτός από την εξαγώμενη ρίγανη, αρκετή σχετικώς ποσότητα διατίθεται και στην εσωτερική αγορά τριμμένη ή σε μάτσα για άρτυμα.
Ξένες ύλες
  Πολλές φορές η ρίγανη, ιδίως εκείνη που ξηραίνεται στα αλώνια, περιέχει διάφορες ξένες ύλες (πέτρες, απορρίμματα ζώων και πτηνών κλπ.) που μειώνουν πολύ την ποιότητά της. Αυτές πρέπει να απομακρύνονται για να μην υποβαθμίζουν το προϊόν
Ποιοτικός έλεγχος
  Στη ρίγανη που εξάγεται γίνεται ποιοτικός έλεγχος σύμφωνα με το διάταγμα 729/1.11.68, που την κατατάσσει σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με το μέγεθος (Νο 30, 40, 50 και 60). 



Ασθένειες – ζωικοί εχθροί
  Επειδή η καλλιέργεια της ρίγανης είναι πολύ νέα στη χώρα μας, δεν παρουσιάστηκαν ακόμη ασθένειες.
  Σε καλλιέργεια όμως του νομού Καρδίτσας παρατηρήσαμε τον Ιούνιο προσβολή υπό βλαστορήκτου έντομο το οποίο σχηματίζει μικρή στοά στο άνω μέρος του βλαστού με αποτέλεσμα να αποξηραίνεται το υπεράνω αυτής βλαστικό τμήμα.
  Η προσβολή αυτή, που είναι όμοια με εκείνη που επίσης παρατηρήσαμε σε καλλιέργεια μέντας, παρουσιάστηκε σε λίγα μόνο φυτά, για αυτό κι η ζημιά είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
  Σε περίπτωση όμως που τυχών θα παρουσιαστεί μεγάλη προσβολή πρέπει να γίνει έγκαιρα η καταπολέμηση με ένα από τα γνωστά εντομοκτόνα πολύ πριν από τη συλλογή της ρίγανης, ώστε να μην παραμείνουν σε αυτήν υπολείμματα επικίνδυνα για τον άνθρωπο.